Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΕΟΚΑ

ΠΟΥ  ΘΑΦΤΗΚΕ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

                                                        
                                                    Υπό Νικολάου Σκαρλάτου

          Το ρομαντικό ιδανικό των Κυπρίων αγωνιστών της ΕΟΚΑ, για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, απασχολούσε τον Κυπριακό Ελληνισμό πολύ παλαιότερα από τη Βρετανική κατοχή. Η πρώτη φάση του ζητήματος άρχισε αμέσως μετά την κατάληψη του νησιού το 1571 από τους Τούρκους, ενώ η δεύτερη μετά την επιτυχία της Ελληνικής Επανάστασης, όταν ο Κόμης Καποδίστριας εξέφρασε το 1828 την επιθυμία για ένωση της Κύπρου με το Ελληνικό κράτος.

Τον Αύγουστο του 1911, στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της Θεσσαλονίκης, η οποία βρίσκονταν τότε υπό Οθωμανική κατοχή, αναδημοσιεύθηκε ένα άρθρο της εφημερίδας «Νεότουρκος» με τον τίτλο «ΚΥΠΡΟΣ ΚΑΙ ΚΡΗΤΗ». Στο άρθρο αυτό  ο Δζελάλ Νουρή, αρχισυντάκτης προφανώς της τουρκικής εφημερίδας, σχολίαζε ένα δημοσίευμα των «Τάϊμς», που έφερε στην επιφάνεια η εφημερίδα «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» των Αθηνών. Στο κείμενο, ένα χρόνο πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους, αντικατοπτρίζεται όλο το κλίμα της εποχής για το Κυπριακό.

[ Οι «Τάϊμς», έγραφε ο Δζελάλ Νουρή, το όργανο του αγγλικού συντηρητικού κόμματος, του «μεγάλου ηλιθίου κόμματος», όπως το αποκαλούσε ο Τσάμπερλαϊν, προ της μετά των φιλελευθέρων ρήξεως του, είναι πράγματι μεγάλοι υπό πάσας τας απόψεις, τας διαστάσεις, την σοβαρότητα ακόμη και κατά την… φαντασία. Η δύναμις λοιπόν της φαντασίας του συντάκτη της εφημερίδος αυτής, ώθησε επί του τάπητος, κατά τον «Ταχυδρόμον», ένα πολύ σοβαρό ζήτημα.

Πρόκειται να δωρηθεί στην Ελλάδα η Κύπρος, της Κρήτης ούσης ήδη κλήρου της ιδίας Ελλάδος. Και ως αντιστάθμισμα η Μεγάλη Βρετανία θα λάβει τον λιμένα της Σούδας!
 
Η πρότασις αυτή ήτις φέρει όλα τα χαρακτηριστικά μυθοπλαστίας ριπτομένη εις το μέσον, υπό των σωβινιστικών εφημερίδων των Αθηνών, θα μας εξέπλητε μεγάλως, εάν προήρχετο εκ των γηραιών «Τάϊμς», αλλ’ ως φαίνεται μεταξύ της παλαιάς και νέας εφημερίδος υπάρχει περιθώριον ως ίσως εκείνο, όπερ υφίσταται μεταξύ των δύο καιρών.

Όπως και αν έχει ας εξετάσουμε τα γεγονότα:
Το 1878 μετά τον ατυχή για την Τουρκία Ρωσο-τουρκικό πόλεμο, τον κίνδυνο διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την διατάραξη της Ευρωπαϊκής ισορροπίας, εκτιμώντας η Αγγλική κυβέρνηση ότι σώζοντας την Τουρκία, διασώζει τα ζωτικά της συμφέροντα στην περιοχή, θεώρησε υποχρέωσή της να υπερασπιστεί την Οθωμανική ακεραιότητα.
Για το σκοπό αυτό ο λόρδος Βήκονσφηλδ και ο Σεβκέτ πασάς συμφώνησαν ότι:
-Η Αγγλία θα εγγυούνταν την ακεραιότητα του Οθωμανικού κράτους στην Ασία.
-Η Τουρκία θα προχωρούσε σε μεταρρυθμίσεις στην Αρμενία και
- Για την εκτέλεση της υποχρέωσης που ανελάμβανε η Αγγλία έναντι της Τουρκίας η Υψηλή Πύλη θα έθετε στη διάθεσή της το νησί της Κύπρου. Η Μ. Βρετανία θα διοικούσε και θα κατείχε το Σαντζάκι αυτό, το δε περίσσευμα των προσόδων του νησιού θα πληρώνονταν στην Κυρίαρχη Αυλή. Η Πύλη θα διατηρούσε την κυριαρχία του νησιού. ( Υπάρχει λόγος να ληφθεί τούτο υπ’ όψιν, αφού όλαι αι φιλελεύθεραι ή ενωτικαί κυβερνήσεις εσεβάσθησαν μέχρι σήμερον τον όρον τούτον καταβαλλούσαι ακέραιας τας προσόδους της νήσου εις το ταμείον του ημετέρου  χρέους).
- Η νήσος θα επανέλθει εις την Τουρκίαν,  όταν η τελευταία ανακτήσει το Κάρς, το Βατούμ και το Αρδαχάν.
Ουδείς διδάκτωρ του διεθνούς δικαίου, ουδεμία Κυβέρνησις συμπεριλαμβανομένης και της Αγγλικής διαφιλονικεί τα δικαιώματα του Σουλτάνου επί της Κύπρου.
Εάν η Αγγλία θέλει να καταγγείλει την συνθήκην ταύτην, δεν έχει άλλο μέσον ή να επιστρέψει την νήσον εις τον ιδιοκτήτην αυτής. Το δημοσίευμα λοιπόν των «Τάϊμς», καθ’ ο η  Κύπρος δεν δύναται συνωδά το Ευρωπαϊκώ δόγματι, να επανέλθει εις την Τουρκίαν είναι πλέον ή παράδοξον.
Τι είναι αυτό το Ευρωπαϊκόν δόγμα, αν όχι το των «Τάϊμς» των κ.κ ιμπεριαλιστών των Μπέρμιγχαμ και όλων των φανατικών ανεξαρτήτως αποχρώσεως!
Και εις ποίον ανήκει η Κρήτη;
Δεν είναι αληθές ότι όλαι αι Ευρωπαϊκαί Δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης και της Αγγλίας, ανανέωσαν από του 1897 την υπόσχεσιν των περί διαφυλάξεως των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Α.Μ του Σουλτάνου επί της νήσου Κρήτης; Είναι εύκολον δια την Αγγλίαν, δια μόνην την Αγγλίαν να οικειοποιηθεί εν τη νοτιο-ανατολική Μεσογείω, την στρατηγικήν ταύτην θέσιν, την απαράμιλλον, την δεσπόζουσαν όλων εκείνων των θαλασσών, ήτις καλείται Σούδα; Τούτον δεν θα  εξέθετεν εις σοβαρόν κίνδυνον την ναυτικήν ισορροπίαν ολοκλήρου της Ανατολής και της Ευρώπης; Η Σούδα εις χείρας των Άγγλων δεν θα είχεν άλλον σκοπόν ή το ν’ αποκρούσει πάσας τας δια την τύχη της Μεσογείου ενδιαφερομένας δυνάμεις: την Γαλλίαν, Ιταλίαν, Αυστροουγγαρίαν, και αυτήν την τόσον απομεμακρυσμένην Ισπανίαν, την Ρωσίαν, χωρίς ν’ αναφέρομεν την Τουρκίαν και τα Βαλκανικά κράτη.
Δια να συντελεστεί το έργον τούτο απαιτείται υπεράνθρωπος προσπάθεια, από μέρους της Αγγλίας, προσπάθεια μη δυναμένη να παραβληθεί προς καταβληθείσαν τω 1897 υπό των ιμπεριαλιστών προς εξάλειψιν εκ του γεωγραφικού χάρτου  των αφρικανικών δημοκρατιών.
Έχομεν στερράν πεποίθησιν ότι τοιαύται προτάσεις δεν θα τύχωσιν της τιμής να ληφθώσι καν υπ’ όψιν υπό φιλελευθέρου υπουργείου οίον το του Άσκουιθ Γκρέϋ ].

Αυτές ήταν οι θέσεις της Τουρκικής πλευράς μέχρι τη συνθήκη της Λοζάνης, η οποία επικύρωσε το 1922 την καταστρεπτική ήττα και ταπείνωση της Ελλάδας στη Μ.  Ασία. Η συνθήκη αυτή ανάμεσα στ’ άλλα ταπεινωτικά, που πρόβλεπε για την Ελλάδα, παραχωρούσε με τα άρθρα 15 και 20 τα Δωδεκάνησα στους Ιταλούς και την Κύπρο τους Άγγλους αντίστοιχα.
           
Ο σκοπός όμως της διάσκεψης αυτής, ήταν ακόμη πιο ευρύς. Δεν είχε στλοχο μόνο την επίλυση των Ελληνοτουρκικών διαφορών, αλλά και  την αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών της Γαλλίας (Αύγουστος του 1920), που είχε συναφθεί μεταξύ των 18 εν συνόλω συμμάχων χωρών της Ευρώπης, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αφ’ ενός και της Τουρκίας αφ’ ετέρου. Στη συνδιάσκεψη της Λοζάνης συμμετείχαν εκπρόσωποι της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ελλάδος, της Τουρκίας, της Ρουμανίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας, του Βελγίου, της Πορτογαλίας, της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ. Στην προεδρία βέβαια εναλλάσσονταν οι αρχηγοί των αντιπροσωπειών Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας, οι οποίες ήσαν οι «Προσκαλούσες Δυνάμεις». Η Ρωσία την περίοδο αυτή, κάτω υπό το βάρος σταθεροποίησης του νέου καθεστώτος, που επιβλήθηκε από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, βρίσκονταν έξω από το παιχνίδι της αναδιανομής των Ανατολικών εδαφών.

Στη διάσκεψη της Λοζάνης, που συνέρχονταν κατά διαστήματα από τις 21 Νοεμβρίου του 1922 μέχρι τις 24 Ιουλίου του 1923, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά έντονο το ενδιαφέρον των ΗΠΑ, οι οποίες έστειλαν ως εκπρόσωπό τους το Γερουσιαστή Χάμιλτον Λεβύ, για να εξασφαλίσει κάποιες παροχές για τις Αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Ένα πρακτικό μάλιστα του Φόρεϊν Όφφις, με ημερομηνία 25 Ιουλίου του 1923, ανέφερε ότι: «Οι Αμερικανοί θέλουν να διαπραγματευθούν με τον Ισμέτ (Ινονού) στη Λοζάνη μία χωριστή συνθήκη, με την οποία θα εξασφαλίσουν ευνοϊκότερους όρους απ’ όσο εμείς (οι Άγγλοι)».

Με τη συνθήκη αυτή οι Τούρκοι διατήρησαν, όπως είχαν ζητήσει, το δικαίωμα να δεχθούν στην επικράτειά τους, μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, οποιονδήποτε Κύπριο επιθυμούσε να διατηρήσει την Τουρκική υπηκοότητα, με την υποχρέωση της παραχώρησης γης. Από το 1923 όμως, μέχρι τις 21 Οκτωβρίου του 1927 μόνο 2.500 έως 3.000 περίπου Κύπριοι Μουσουλμάνοι από τις 9.000, επέλεξαν την Τουρκική υπηκοότητα και έφυγαν από το νησί για να εγκατασταθούν στην Τουρκία.

Όπως παρατηρούσε επίσης, το Αγγλικό Υπουργείο των Εξωτερικών, την ίδια περίοδο, «…στο νησί υπήρχε μία Τουρκική παροικία από περίπου πέντε με έξι χιλιάδες άτομα, που γι’ αυτή και την επόμενη γενιά, μπορεί ν’ αποτελέσουν πηγή ανησυχίας για τις αρχές».

Η παρουσία βέβαια αυτής της Τουρκικής παροικίας, αναφέρθηκε πολλές φορές από Άγγλους αξιωματούχους ότι αποτέλεσε, όπως απέδειξαν τα γεγονότα, «πλεονέκτημα για τη χώρα τους από πολιτική άποψη», διότι αξιοποιήθηκε ως τρόπος διαιώνισης της Βρετανικής κυριαρχίας στο νησί. Την ίδια άλλωστε πρακτική εφάρμοσαν οι Μεγάλες Δυνάμεις και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις εκμεταλλευόμενες τις  μειονότητες.

Την 1η  Μαϊου του 1925, μια επίσημη ανακοίνωση της Βρετανικής Κυβέρνησης, ανακήρυττε την Κύπρο αποικία του Στέμματος και ο ύπατος αρμοστής, παραχώρησε τη θέση του σε Άγγλο Κυβερνήτη. Ένα προηγούμενο μάλιστα διάταγμα, που εκδόθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, προέβλεπε ότι το Συμβούλιο που θα πλαισίωνε το Κυβερνήτη, θ’ αποτελούνταν από εννιά επίσημα μέλη και δεκαπέντε εκλεγμένα, από τα οποία τα 3 (ποσοστό 20%), θα εκλέγονται από τους Μωαμεθανούς εκλογείς και τα 12 (ποσοστό 80%) από τους μη Μωαμεθανούς.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι υποσχέσεις των Άγγλων προς τους Κυπρίους για ένωση του νησιού με την Ελλάδα, αναπτέρωσαν τις προσδοκίες των Ελληνοκυπρίων. Γι’ αυτό και πολλοί Κύπριοι κατετάγησαν πρόθυμα και πολέμησαν στον Αγγλικό στρατό. Γρήγορα όμως οι ελπίδες τους διαψεύσθηκαν, διότι ένα καινούργιο περιβάλλον διαμορφώνονταν στην περιοχή. Η Μ. Βρετανία άρχισε σταδιακά να χάνει την προπολεμική της ισχύ, όπως όλες οι άλλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις.

Ο «Χάρτης του Ατλαντικού», που υπογράφηκε στις 14 Αυγούστου του 1941 επί του Αμερικανικού καταδρομικού «Augusta», στ’ ανοιχτά της Νέας Γης στον Ατλαντικό, μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ και του Βρετανού Πρωθυπουργού Ουίνστων  Τσώρτσιλ, όσο και αν για πολλούς θεωρείται πρόδρομος του Ο.Η.Ε, έβαζε ουσιαστικά τη θηλιά στο λαιμό της Αγγλίας και επικύρωνε την Αμερικανική κοσμοκρατορία στον πλανήτη.

Οι αρχές του βέβαια, φαίνονταν ανώδυνες και ελκυστικές. Σηματοδοτούσαν όμως το τέλος της Βρετανικής κυριαρχίας και των άλλων Ευρωπαϊκών Αυτοκρατοριών στον πλανήτη, επιβάλλοντας τη νέα εποχή και νέα τάξη στον κόσμο με την έναρξη της Αμερικανικής ηγεμονίας στον πλανήτη.

Οι οκτώ βασικές αρχές του χάρτη, πρόβλεπαν:
-Την ανυστεροβουλία των συμμάχων, η οποία συνεπάγονταν τη μη επιδίωξη εδαφικών ή άλλων κερδών από τον πόλεμο.
-Αποκλεισμό κάθε εδαφικής μεταβολής, χωρίς την έγκριση των ενδιαφερομένων πληθυσμών.
-Ελεύθερη επιλογή από τους λαούς των θεσμών με τους οποίους επιθυμούν να ζήσουν, «ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ» των λαών και ελεύθερη επιλογή της μορφής διακυβέρνησης.
-Ελευθερία στην απόκτηση πρώτων υλών, που σημαίνει κατάργηση κάθε είδους φραγμών και εμποδίων στην εξαγωγή και εκμετάλλευσή τους.
-Οικονομική Συνεργασία.
-Εδραίωση της ειρήνης, της ελευθερίας λόγου, συνειδήσεως και κατάργηση του φόβου και της ανέχειας.
-Ελευθερία των θαλασσών και
-Αφοπλισμό.

Η επιλεκτική όμως εφαρμογή των αρχών αυτών στο Κυπριακό, επιβεβαιώνει  περίτρανα  τη ρήση του Θουκυδίδη ότι: οι «Ισχυροί συμπεριφέρονται ανάλογα με την ισχύ τους».

Η αρχή της «ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗΣ» εκτός από την εξυπηρέτηση του ενός και βασικότερου στόχου των ΗΠΑ, που ήταν η αποδυνάμωση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων με την απαλλαγή από τις αποικίες τους, εφαρμόστηκε επιλεκτικά και όπου εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους.  Η Αφρική και η Ασία μετατράπηκαν σε εύκολη λεία του Αμερικάνικου νεοαποικισμού, αλλά η Κύπρος παρέμεινε υπό τον Αγγλικό ζυγό. 

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, όπως διαμορφώθηκε μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, παίζονταν το γεωπολιτικό παιχνίδι στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπου ανήκει και η Κύπρος. Δυστυχώς όμως η Ελληνική και Κυπριακή πλευρά, επαναλαμβάνοντας τα λάθη του 1922, οδήγησαν τον Κυπριακό ελληνισμό  σε μια νέα  μεγάλη καταστροφή το 1974 σκεπάζοντας στα ερείπια και το όραμα της ένωσης του νησιού με την Ελλάδα.

Ο αγώνας βέβαια της ΕΟΚΑ, συγκίνησε όλο τον κόσμο. Άρχισε την 1η Απριλίου του 1955 με μια σειρά εκρήξεων σε όλο το νησί και έληξε το 1959,  με τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, οι οποίες παραχωρούσαν στην Κύπρο την εφικτή για τις περιστάσεις εκείνες Ανεξαρτησία. Το πάθος όμως της πατριωτικής πλειοδοσίας και η έλλειψη διορατικότητας ή εμπιστοσύνης, που έτρεφε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στους Άγγλους, οδήγησαν τον Κύπριο ηγέτη στην καταγγελία των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου με την επιδίωξη αναθεώρησης του Συντάγματος, χωρίς την έγκριση των εγγυητριών δυνάμεων, που ήταν η Ελλάδα, η Τουρκία, αλλά και η Μ. Βρετανία. 



                        Οι πρωτεργάτες Του Κυπριακού αγώνα και οι αγχόνες

Τα γεγονότα που ακολούθησαν την Τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963, οδήγησαν τελικά στη σταδιακή διχοτόμηση του νησιού, όπως την προωθούσε από τη συνθήκη της Λοζάνης ο Ισμέτ Ινονού, ο οποίος στις 17 Μαϊου του 1964, ως πρωθυπουργός πλέον της Τουρκίας, δήλωνε στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση: «Μία ημέρα η Ελλάδα θα συμφωνήσει για την ειρηνική διχοτόμηση της Κύπρου με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ. Όσο οι Έλληνες αρνούνται η μάχη θα συνεχίζεται. Η Τουρκία δεν θα υποχωρήσει. Η Τουρκία θα χρησιμοποιήσει το δικαίωμά της για επέμβαση στο νησί».

Τέσσερις μήνες αργότερα, στις 8 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, εξηγώντας ο ίδιος τις συγκεκαλυμμένες προθέσεις της Τουρκικής Κυβέρνησης ανέφερε ότι: «Επίσημα η Τουρκία προωθεί την ιδέα της διχοτόμησης παρά την Ομοσπονδία».

Ο πόλεμος βέβαια δεν ξεσπά εν αιθρία. Τον βλέπουμε να έρχεται από μακριά. Τα αίτια, που προκαλούν την αντίθεση και τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών ή των κοινοτήτων, επιτείνουν την απειλή του. Προηγούνται βέβαια διαπραγματεύσεις και συνομιλίες που δεν καταλήγουν πουθενά. Οι αντίπαλοι όμως, επιδιδόμενοι σε μια κούρσα εξοπλισμών αναμένουν την κατάλληλη αφορμή, για να υλοποιήσουν τα ιδανικά, τα οποία καλλιεργούν σε όλη τη διάρκεια της προπολεμικής περιόδου. Την αφορμή για την τουρκική εισβολή το 1974, την έδωσε χωρίς αμφιβολία, το πραξικόπημα κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Αυτό όμως κάποιοι το σχεδίασαν, το ενθάρρυναν και το κατέστησαν αναπόφευκτο. «Δια τα επαναστάσεις έλεγε ο Χαρίλαος Τρικούπης, δεν ευθύνονται αυτοί που τας προκαλούν, αλλά αυτοί που καθιστούν αυτάς αναποφεύκτους».


Έτσι το ιδανικό της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, όπως της Ιωνίας και της Αν. Θράκης το 1922, θάφτηκε στα ερείπια του πολέμου. Η έναρξη βέβαια διαδικασιών και νέων συνομιλιών, που συνεχίζονται έκτοτε επί σαράντα χρόνια, χωρίς να καταλήγουν πουθενά, είναι πολύ πιθανόν να φέρουν μια καινούργια πολεμική καταιγίδα.



Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΙΜΟΥΡΗ

Εκ Λαπήθου και τώρα Αγία Βαρβάρα Πάφου

Βιώματα μνήμες και σκέψεις ενός Έλληνα Κύπριου

(Εκδόσεις Επιφανίου 2006)

Συγγραφέας αυτού του βιβλίου είναι ένας Κύπριος γεωργοκτηνοτρόφος, ο οποίος, όπως με πληροφόρησε ο συμπατριώτης του εκ Λαπήθου και αγαπητός φίλος κτηνίατρος Σάββα Χαράλαμπος, με τον οποίο βίωσα την αγωνία του πολέμου το 1974 και μου χάρισε το βιβλίο, διατηρεί στο ποιμνιοστάσιο του μια ολόκληρη βιβλιοθήκη.

Ο Δημήτρης Τσιμούρης, ως πρόσφυγας,  εγκαταστάθηκε μετά τα γεγονότα του 1974 από την όμορφη Λάπηθο στο χωριό της Αγίας Βαρβάρας στην Πάφο. Με τον απλό και καθαρό του λόγο, το γνήσιο, τίμιο και ρεαλιστικό πατριωτισμό του, στέλνει με μια σειρά επιστολών μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου μηνύματα σοφίας, ωριμότητας, ευαισθησίας και καλλιέργειας στους πολιτικούς της πατρίδας μας, που μπορούν ν’ αποτελέσουν πυξίδα για πολλά εθνικά μας θέματα, όπως είναι και το Κυπριακό.

«…Στις 15 Ιανουαρίου του 1950, αναφέρει στο βιβλίο του ο συγγραφέας, ήμουν μόλις δεκατεσσάρων χρόνων. Ο δάσκαλός μου κ. Μιχαλεκίδης δεν έλαβε μέρος στο δημοψήφισμα (για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα) και πέρασε την ημέραν εκείνη στο αγρόκτημά του. Ο κόσμος άρχισε να τον κουτσομπολεύει. Τότε εγώ με το θάρρος του πρώην δασκάλου μου-είμεθα και γείτονες- του λέω:
-Γιατί κύριε δεν πήγες χθες να ψηφίσεις;
-Α, Δημητράκη, μου λέει, θα σου δώσω εξήγηση όχι τώρα, μετά από δέκα χρόνια».

Έκτοτε άρχισε να διαβάζει ιστορικά βιβλία και εφημερίδες. Βιώνοντας εν τω μεταξύ και όλα τα γεγονότα της ΕΟΚΑ, που κατέληξαν στην ανεξαρτησία, αλλά και σ’ αυτά του 1963, που οδήγησαν στις διακοινοτικές συγκρούσεις και άνοιξαν την πόρτα στην Τουρκία με το πραξικόπημα, έλυσε ως ένα βαθμό την απορία του, γιατί ο δάσκαλος του δεν πήγε το 1950 να ψηφίσει στο δημοψήφισμα.

Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, μαθαίνοντας ότι ο δάσκαλος του, ο οποίος παρέμεινε εγκλωβισμένος στη Λάπηθο, άρρωστος φιλοξενούνταν μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο σ’ ένα παλιό αρχοντικό στη Λευκωσία, τον επισκέφθηκε θυμίζοντας του και την ερώτηση που του έκανε το 1950. Η απάντηση δε του σοφού εκείνου δασκάλου επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα στα οποία είχε καταλήξει και ο ίδιος από την πείρα της ζωής.
-Η Κύπρος παιδί μου, του απάντησε ο δάσκαλος, βρίσκεται μεταξύ των τριών Ηπείρων και όποια δύναμη εξασκεί παγκόσμια πολιτική, της είναι απαραίτητη. Άμα κοιτάξεις την ιστορία την πήραν Φοίνικες, Πέρσες, Μέγας Αλέξανδρος, Ρωμαίοι, Ενετοί, Λουζινιανοί, Οθωμανοί και Άγγλοι, ενώ τώρα τη διεκδικούν οι Αμερικανοί. Συνεπώς, ούτε Έλληνες θα την πάρουν, ούτε Τούρκοι.

Μέσα στο βιβλίο ο συγγραφέας περιλαμβάνει όλη την επιστολογραφία, που έχει απευθύνει κατά καιρούς  προς την πολιτική ηγεσία της Κύπρου κατά τις διάφορες φάσεις του Κυπριακού μετά το 1974. Με το θάρρος της γνώμης, που τον διακρίνει, εκφράζει τις σκέψεις και απόψεις ενός απλού και καθημερινού Έλληνα Κύπριου πολίτη, για το σοβαρό αυτό εθνικό θέμα, που ταλαιπωρεί τον Ελληνισμό επί πενήντα και πλέον χρόνια.

Η Κύπρος βέβαια, όπως και η Μικρά Ασία, η Ανατ. Θράκη και άλλες περιοχές με Ελληνικό πληθυσμό μόνο πολιτισμικά μέσα στα Ελληνοχριστιανικά πλαίσια και την οικουμενική αυτοκρατορική διάσταση του Ελληνισμού ανήκαν στον  Ελλάδα και όχι με την έννοια της σημερινής κρατικής οντότητας. Αυτό συνεπώς οφείλουμε να το λαμβάνουμε σοβαρά υπ’ όψη στις Εθνικές μας διεκδικήσεις, για να μη βιώσουμε και άλλες Μικρασιατικές ή Κυπριακές τραγωδίες, που οδήγησαν τελικά στην εκρίζωση του Ελληνισμού από τις προαιώνιες του εστίες.

Ο τίμιος και ρεαλιστικός πατριωτισμός προϋποθέτει, ανθρώπινη ωριμότητα, όπως του δασκάλου, ευαισθησία, αλλά και καλλιέργεια, που δυστυχώς δεν διακρίνει πολλούς από τους πολιτικούς μας.

Το βιβλίο αυτό δίνει μια απάντηση στην παρεξηγημένη δυστυχώς έννοια του πατριωτισμού και θ’ ανταμείψει τους αναγνώστες με τη σοφία του. Τα εθνικά δίκαια, όπως έλεγε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, δεν τα καταλαβαίνουν και δεν τα κατανοούν οι Μεγάλοι, όταν αυτά δεν συνδέονται με τα συμφέροντα τους.  


Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ

ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ  ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ

                                                                 
                                                                                 Γράφει ο Νικόλαος Π. Σκαρλάτος
Στη Μογγολική Αυτοκρατορία, διηγείται ο Μάρκο Πόλο, υποχρεώνονταν οι ντόπιοι και οι ξένοι ν’ ανταλλάσουν τις πολύτιμες πρώτες ύλες τους με χαρτονόμισμα σε φλοιό σημύδας, που έφερε την αυτοκρατορική σφραγίδα. Τα πολύτιμα μέταλλα και στην αρχαία Ελλάδα συνέθεταν τον πολεμικό θησαυρό, που φυλάσσονταν στο ναό της Αθηνάς στην Ακρόπολη κάθε πόλης. Το κυνήγι των πολύτιμων μετάλλων, αγαθών (μπαχαρικά –καφές) και πρώτων υλών, διαμόρφωνε  ανάλογα, σ’ όλες τις εποχές, την πολεμική ή μιλιταριστική τάση κάθε κράτους.
Ιστορικά, όπως αναφέρει και σε σχετικό του άρθρο στην εφημερίδα «Σερραϊκό θάρρος» της 26ης Απριλίου 2012, ο εκδότης και δημοσιογράφος Αθανάσιος Αραμπατζής, η περίοδος από το 1816, που ίσχυσε ο κανόνας του χρυσού, μέχρι το 1914, έφερε πράγματι μια αξιοσημείωτη οικονομική σταθερότητα στο δυτικό κόσμο. Ήταν όμως ο κανόνας αυτός ο κυριότερος παράγοντας της οικονομικής και νομισματικής σταθερότητας;
Η ανάλυση της οικονομικής αιτιότητας των πολέμων αρχίζει σήμερα να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πολλές δε σημαντικές θεωρίες αναπτύχθηκαν από την εποχή ακόμη του Πλάτωνα, οι οποίες θεωρούν τους οικονομικούς παράγοντες, ως την πρωταρχική αιτία όλων των πολέμων. Διάσημοι κοινωνιολόγοι, όπως ο Gaston Bouthoul, καθηγητής της Σχολής Ανώτατων Κοινωνικών Σπουδών και Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας της Γαλλίας (Πραγματεία περί πολεμολογίας-Κοινωνιολογία των πολέμων), υποστηρίζουν ότι, η χρυσοφιλία ή μπουλλιονισμός (από την αγγλική λέξη bullion, που σημαίνει ράβδος χρυσού), η κερδοσκοπία, η επιδίωξη της αυτάρκειας και οι οικονομικές στρατηγικές ελέγχου του συναλλάγματος, συνιστούν τις τέσσερις θεμελιωμένες οικονομικές πολιτικές, που οδηγούν στην προπαρασκευή των πολέμων.
Στη διεθνή όμως πολιτική σκηνή, οι κανόνες επιβάλλονται από τους ισχυρούς  και αυτούς που κυριαρχούν στον κόσμο, ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Γράφοντας πριν από μερικά χρόνια ο Ουίλιαμ Πφάφ στο περιοδικό «Φορέϊν Αφέαρς» για την παγκοσμιοποίηση του 1900, τόνιζε ότι, η κυρίαρχη φιλοσοφία που επικρατούσε την εποχή εκείνη,  ήθελε τα οικονομικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων αλληλένδετα.  Πολλοί επίσης, θεωρούσαν αδιανόητους τους πολέμους μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, επειδή η ύπαρξη Αυτοκρατοριών και η σύνδεση των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με την αντίστοιχη διατήρηση αποθεμάτων χρυσού είχαν κάνει την διεθνή οικονομία πιο «παγκοσμιοποιημένη», απ’ όσο είναι σήμερα. Οι δύο βέβαια παγκόσμιοι πόλεμοι, διέψευσαν όσους εκτιμούσαν ότι η οικονομική αυτή πολιτική απομάκρυνε τις οικονομικές κρίσεις και τον πόλεμο. Πως ήταν όμως διαμορφωμένη το 1816 η παγκόσμια και Ευρωπαϊκή συγκυρία,  όταν θεσπίστηκε ο κανόνας του χρυσού και ποιοί  λόγοι τον επέβαλαν;
Περί τα τέλη του 1815 (5 Νοεμβρίου1815) υπογράφτηκε στο Παρίσι η ομώνυμη συνθήκη μεταξύ της Γαλλίας του Ναπολέοντα και των τεσσάρων  Συμμαχικών Μεγάλων Δυνάμεων (Αυστρίας, Ρωσίας, Αγγλίας και Πρωσίας). Με τη συνθήκη αυτή, η οποία σηματοδοτεί το τέλος ενός «Ευρωπαϊκού πολέμου»,  άρχιζε μια νέα περίοδος από την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων και την ανάδειξη στο προσκήνιο της Αγγλίας, ως της ισχυρότερης παγκόσμιας υπερδύναμης. Η Αγγλία, μετά την ήττα και καταστροφή των δυνάμεων του διαφωτισμού αναδείχθηκε ως η νέα θαλασσοκράτειρα, διαδεχθείσα τη Βενετία και τη Γαλλία. Ως κυρίαρχη πλέον του παιχνιδιού, όπως είναι σήμερα οι ΗΠΑ, επέβαλλε  τους δικούς της όρους στις εμπορικές συναλλαγές και τις πολιτικές ελέγχου συναλλάγματος. Τα κράτη της γηραιάς ηπείρου υποχρεώθηκαν να διατηρήσουν το «Status Quo». Η επιβολή όμως του κανόνα χρυσού,  εξασφάλισε στη νέα στρατιωτική και οικονομική υπερδύναμη την κυριαρχία στις παγκόσμιες εμπορικές συναλλαγές. Η αξία των νομισμάτων όλων των χωρών συνδέθηκε με τη Αγγλική χρυσή λίρα.   Από το εμπορικό ισοζύγιο αποκαλύπτονταν η φθορά των νομισμάτων και η κατάσταση των οικονομιών όλων των χωρών, διότι ήταν αναγκασμένα τα κράτη να συμμορφώνονται με τις ελεύθερες κοστολογήσεις των διεθνών αγορών. Ο χρυσός, όπως λέει και ένας Άγγλος οικονομολόγος είχε γίνει ο αστυφύλακας των κυβερνήσεων.
Οι νομισματικοί βέβαια χειρισμοί άρχισαν σταδιακά να γίνονται περίπλοκοι. Πολλά κράτη εφάρμοσαν τον έλεγχο του συναλλάγματος με σκοπό να διατηρήσουν το ισοζύγιο των εμπορικών τους συναλλαγών. Με διάφορες μεθοδεύσεις παρεμπόδιζαν  την εισαγωγή ξένων προϊόντων, επιδιώκοντας παράλληλα να διατηρήσουν ή ν’ αυξήσουν τις εξαγωγές τους και τ’ αποθέματά τους σε χρυσό. Η διευθυνόμενη  όμως οικονομία και ο έλεγχος των νομισμάτων είναι συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Συνδέονται με την προπαρασκευή των επιθετικών πολέμων.   Γι’ αυτό και κάθε σημαντική υποτίμηση του νομίσματος, που διαταράσσει την παγκόσμια ισορροπία, είναι ένα βήμα προς αυτόν.
 Η χρυσοφιλία επίσης ή μπουλιονισμός, άρχισε σταδιακά να εξελίσσεται σε κερδοσκοπία. Το δόγμα, που απέβλεπε στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των διαφόρων κρατών, άρχισε σταδιακά, με διάφορες τροποποιήσεις, να κυριαρχεί στην οικονομική πολιτική των κρατών και ν’ αναπτύσσονται διάφορες θεωρίες περί της αυτάρκειας. Η αυτάρκεια όμως, έχει ως κύριο αντικειμενικό σκοπό τη δημιουργία αποθεμάτων, για την αντιμετώπιση των αναγκών του πολέμου.
Ο προστατευτισμός, κατά τους Λίστ, Κρόμβελ και Κολμπέρ, επιτρέπει στα κράτη, που στερούνται πρώτων υλών, να καταστούν ανεξάρτητα από τις εισαγωγές και να γίνουν αυτάρκη σε περίοδο πολέμου.  Η υιοθέτηση της αυτάρκειας και του ελέγχου συναλλάγματος, από την περίοδο ακόμη των αποικιακών πολέμων, τέλη του 18ου αιώνα, οδήγησε τα κράτη στην καθιέρωση μιας οικονομικής στρατηγικής, την οποία όμως, όπως συμβαίνει και σήμερα, ήταν αδύνατο να τελειοποιήσουν  όσο διαρκούσε ο οικονομικός φιλελευθερισμός στις αγορές.
Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος ήταν πόλεμος για την εξασφάλιση της αυτάρκειας πετρελαίου, ενός άλλου πολύτιμου ενεργειακού ορυκτού μετά την εισαγωγή στη ζωή των μηχανών εσωτερικής καύσης, δημιούργησε αντί να επιλύσει προβλήματα. Μετά την οικονομική κρίση του 1929 και την περιφανή νίκη, το 1932, των δημοκρατικών υπό τον Ρούσβελτ στις ΗΠΑ, αρχίζει μια νέα περίοδος συσχετισμού δυνάμεων και συναλλαγών. Το πετρέλαιο αντικαθιστά ως απόθεμα το χρυσό. Από τα πρώτα μέτρα του Νιού Ντήλ (Νέο Συμβόλαιο), που εφάρμοσε ο νέος Αμερικανός πρόεδρος, ήταν η αναστολή εξόφλησης όλων των χρεών της νέας αναδυόμενης υπερδύναμης και η εγκατάλειψη της χρυσής βάσης από το δολάριο. Το χαρτονόμισμα αυτό ήταν αυτόματα μετατρέψιμο σε χρυσό και η έκδοση του αποδεσμεύθηκε, για να χρηματοδοτηθούν έργα και να δοθούν επιδοτήσεις. Αναχαιτίσθηκε με τον τρόπο αυτό η ζήτηση του χρυσού, ο οποίος ανατιμήθηκε και το δολάριο έχασε το 41% της αξίας του.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι ΗΠΑ ως νέα κοσμοκράτειρα, με μια σειρά διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΗΕ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κλπ, επέβαλαν τον κανόνα του δολαρίου στην κυκλοφορία του κυκλοφορούντος συναλλάγματος και στην αγορά του πετρελαίου. Σπουδαιότερο όμως κέντρο αγοράς του πολύτιμου μετάλλου παρέμεινε, μετά την επανίδρυση της ελεύθερης αγοράς χρυσού, η Μεγάλη Βρετανία. Μετά την επιβολή του κανόνα δολαρίου τ’ αυτάρκη έθνη, για να ευνοήσουν και να επεκτείνουν την έκταση των εμπορικών τους συναλλαγών, οδηγήθηκαν στην απόφαση να συγκροτήσουν διάφορες αγορές με ομάδες δορυφόρων κρατών. Έτσι, εκτός από την ενιαία αποικιακή αγορά της Αγγλικής κοινοπολιτείας, όπου κυρίαρχο νόμισμα ήταν η λίρα Αγγλίας, ιδρύθηκε από τις πιο ισχυρές οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες η κοινοπραξία άνθρακα και χάλυβα, προκειμένου οι χώρες αυτές να καταστούν αυτάρκεις στις σημαντικές αυτές πρώτες ύλες για την ανάπτυξή τους. Σταδιακά όμως η κοινοπραξία αυτή εξελίχθηκε σε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), στην οποία εισήλθαν όλες οι χώρες της Ευρώπης που ανήκαν στο Δυτικο-Ευρωπαϊκό συνασπισμό του ΝΑΤΟ. Αντίστοιχη κοινότητα, την ΚΟΜΕΚΟΝ, ίδρυσαν και οι χώρες που ανήκαν στο σύμφωνο της Βαρσοβίας.  Οι συνασπισμοί όμως  αυτοί κατόρθωσαν να φέρουν σε μια μορφή οικονομικής εξάρτησης τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις οι διμερείς συμφωνίες ανταλλαγών σε είδος κατέληξαν να είναι πιο επαχθείς ή βαρύτερες και αυτών των παλαιών αποικιακών καθεστώτων. Η αποικιακής μορφής ένταξη της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ είναι σίγουρα χειρότερη αυτής του κανόνα χρυσού ή κανόνα του δολαρίου.
Η πρόσφατη κρίση που ταλαιπωρεί την Ευρωζώνη, όπως είναι διαπιστωμένο ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το Μάη του 2008 με την υποτίμηση κατά 30% του δολαρίου. Με την υποτίμηση του δολαρίου αυξήθηκαν οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ και μειώθηκαν οι εισαγωγές, αφού μειώθηκε σημαντικά η αγοραστική δύναμη των Αμερικανών. Διαταράχθηκε όμως και το παγκόσμιο εμπορικό ισοζύγιο, διότι πλήγηκε η ζώνη του Ευρώ από την μείωση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, όπου κατευθύνονταν ο κύριος όγκος τους. Επακόλουθο ήταν ν’ αυξηθούν τα ελλείμματα και να  εκτιναχθούν  τα  χρέη των αδύναμων οικονομικά χωρών, που ανήκουν στην Ευρωζώνη. Κυρίως όμως επλήγησαν οι αδύναμες οικονομικά χώρες του νότου από το ακριβό ή ανατιμημένο έναντι του δολαρίου Ευρώ, των οποίων το εισόδημα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό. Η υποτίμηση επίσης του δολαρίου εκτίναξε στα ύψη και την τιμή του πετρελαίου ή μαύρου χρυσού και έκανε πιο ακριβά  μια σειρά ευρωπαϊκών προϊόντων εξαρτημένων από το πετρέλαιο.
Οι οικονομικές στρατηγικές κατά τον Gaston Bouthoul, είναι συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Έχουν ως κύριο στόχο ν’ αφαιρούν από τον αντίπαλο την εμπορική υπεροχή, να τον εξοργίζουν ή να τον πτωχαίνουν, βοηθώντας και αναδεικνύοντας οικονομικά νέους και πιο ευπειθείς συμμάχους. Τα ισχυρά επίσης έθνη, προκαλούν την άμιλλα των δορυφόρων τους, αμείβοντας την ευπείθεια τους ή τιμωρώντας όσα έχουν τάση ανεξαρτητοποίησης, με λιγότερη ή περισσότερη γενναιοφροσύνη κατά την αξιολόγηση των οικονομιών τους ή κατά τις εμπορικές τους ανταλλαγές σε είδος.
Εάν βέβαια κυριαρχούσαν στον κόσμο οι χώρες του ΟΠΕΚ είναι πολύ πιθανόν να επέβαλαν τον κανόνα του πετρέλαιο-δολαρίου στις ισοτιμίες των κυκλοφορούντων νομισμάτων.  Δεν είναι τυχαία επίσης και η προέλευση της Αραβικής λέξης «καράτ» (καράτιο), με την οποία προσδιορίζεται η καθαρότητα του χρυσού.  Προέρχεται από την ελληνική λέξη κέρας, το γνωστό ξυλοκέρατο ή χαρούπι, το οποίο αποτελούσε, όπως αναφέρει και η Αγία Γραφή, την πιο πολύτιμη –χρυσή τροφή, για τη διατήρηση του ανθρώπου στη ζωή σε περιόδους λιμών. Μετά τη Γερμανική κατοχή και μέχρι τη δεκαετία του 1950, πωλούνταν το προϊόν αυτό στην Ελλάδα σε όλα τα καταστήματα τροφίμων.
Το κυνήγι των πολύτιμων μετάλλων, αγαθών ή πρώτων υλών και η κερδοσκοπία, όπως εξελίχθηκε ο μπουλλιονισμός, ποικίλουν σε κάθε εποχή, ανάλογα με την πολεμική ατμόσφαιρα και τη μιλιταριστική τάση κάθε κράτους. Σήμερα, η παγκόσμια οικονομική κρίση εκτίναξε  την τιμή του χρυσού και των άλλων πολύτιμων μετάλλων στα ύψη. Καλπάζοντας ανοδικά ξεπέρασε τα 1600 ευρώ την ουγγιά, ενώ η κερδοσκοπία κυριαρχεί πάλι στην οικονομική πολιτική των ισχυρών οικονομικά κρατών.
Βασιζόμενοι συνεπώς στην ιστορία των τελευταίων εκατό χρόνων, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι, κάθε επαναβεβαίωση- υποτίμηση του χαρτονομίσματος συνδέεται με την επιδείνωση του πολεμικού κλίματος. Μεταξύ των ετών 1925 και 1931, ο χρυσός κυκλοφορούσε ελεύθερα, αλλά μόνο σε ράβδους, απαγορευμένης της ελεύθερης νομισματοκοπής. Τα τραπεζογραμμάτια στην περίπτωση αυτή σε χρυσό, αποτελούσαν νόμιμο χρήμα, χωρίς ν’ ανταλλάσσονται απ’ ευθείας. Από το 1933 η διεθνής τιμή χρυσού παρέμενε σταθεροποιημένη στην τιμή των 35 δολαρίων την ουγγιά, παρά την προσπάθεια και τις συζητήσεις που γίνονταν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από την Αγγλία και τις πλουτοπαραγωγικές χώρες, για αύξηση της τιμής στα 45 δολάρια. Το αρνητικό αποτέλεσμα οφείλονταν κυρίως στην απόλυτη αντίθεση των ΗΠΑ σε κάθε αύξηση της τιμής του, οι οποίες δεν είχαν να ωφεληθούν από μια τέτοια μεταβολή της ισοτιμίας.  Αυτό δε θα δημιουργούσε και ευμενέστερες προϋποθέσεις στην αγοραστική ικανότητα της Ρωσίας, από τη διαρκώς αυξανόμενη Ρωσική παραγωγή χρυσού. Η συσσώρευση βέβαια μεγάλων αποθεμάτων χρυσού στις ΗΠΑ, που οφείλονταν σε πολιτικο –οικονομικά αίτια, δημιούργησε πρόβλημα στην κίνηση των διεθνών συναλλαγών. Έτσι κρίθηκε ότι ο χρυσός υπό τη σύγχρονη του μορφή στη διευθυνόμενη οικονομία δεν ήταν απαραίτητος. Η επιστροφή σήμερα των χωρών της ευρωζώνης στον κανόνα του χρυσού και στα εθνικά νομίσματα δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα χωρίς την πάταξη της κερδοσκοπίας.