ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ-ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΥ
Γράφει ο Νικόλαος Σκαρλάτος
Την ιστορία τη διαμορφώνουν τρείς κυρίως παράγοντες. Οι συνθήκες της κάθε εποχής, οι μάζες και οι ηγέτες. Ο πρώτος είναι άψυχος, ο δεύτερος ασυνείδητος και ο τρίτος συνειδητός. Ο ηγέτης είναι ο μόνος συνειδητός παράγων της ιστορίας, ο οποίος όμως, επιλέγεται από την ασυνείδητη μάζα, που αρέσκεται στο λαϊκισμό.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, όπως και σήμερα, θεωρούσαν πολλοί αδιανόητους τους πολέμους μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων. Η κυρίαρχη φιλοσοφία, που επικρατούσε την εποχή εκείνη, ήθελε τα οικονομικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων αλληλένδετα. Η ύπαρξη Αυτοκρατοριών και η ισχύουσα σύνδεση των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με τον κανόνα του χρυσού, που επιβλήθηκε το 1816 από την αναδυθείσα, μετά την ήττα του Μ. Ναπολέοντα θαλασσοκράτειρα Μ. Βρετανία, έκαναν τη διεθνή οικονομία πιο «παγκοσμιοποιημένη», από τη σημερινή. Δύο όμως παγκόσμιοι πόλεμοι, μέσα σε είκοσι χρόνια, διέψευσαν όσους εκτιμούσαν ότι η οικονομική αυτή πολιτική απομάκρυνε τις οικονομικές κρίσεις και τον πόλεμο.
Η αντικατάσταση του δόγματος της «πολιτικής οικονομίας», από το δόγμα της «οικονομικής στρατηγικής», είναι η κύρια αιτία που φέρνει στην παγκόσμια αγορά ένα κλίμα αναστάτωσης και συνέχισης του πολέμου με άλλα μέσα, διότι αποβλέπει στην εκτροπή της εμπορικής κίνησης από τον οικονομικό αντίπαλο ή αντιπάλους. Όπλα της οικονομικής στρατηγικής είναι κυρίως η διευθυνόμενη οικονομία και η χειραγώγηση του νομίσματος.
Βασιζόμενοι στην ιστορία των τελευταίων ετών, ισχυρίζεται ο Γάλλος κοινωνιολόγος Gaston Bouthoul, κάθε επανεπιβεβαίωση (υποτίμηση) του χαρτονομίσματος συνδέεται με μια επιδείνωση του πολεμικού κλίματος. Χωρίς χαρτονόμισμα αναφέρει δεν γίνεται ολοκληρωτικός πόλεμος. Γι’ αυτό συνδέει τόσο την επιδίωξη της αυτάρκειας σε χρυσό, συνάλλαγμα ή πρώτες ύλες, με την προπαρασκευή των επιθετικών πολέμων. Τα αποθέματα άλλωστε σε χρυσό ή σε συνάλλαγμα, συνδέονται στενά με την έννοια του πολεμικού θησαυρού των αρχαίων ελληνικών πόλεων, που φυλάσσονταν στο ναό της Αθηνάς.
Ο αχαλίνωτος καπιταλισμός, που οδήγησε στην οικονομική κρίση του 1929, αναβίωσε πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το δόγμα της «εθνικής οικονομίας» ή «οικονομικής στρατηγικής» και έκανε τους νομισματικούς χειρισμούς, στο έπακρο περίπλοκους. Ο έντονος επίσης ανταγωνισμός και η στροφή από τις δύο μεγάλες, οικονομικές δυνάμεις, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ, (η πρώτη δεν είχε αποικίες και η δεύτερη ελάχιστες), σε πολιτικές αυτάρκειας, περιέπλεξε ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Μετά την κρίση του 1929, η οποία ξεκίνησε από τις ΗΠΑ με την κατάρρευση του χρηματιστηρίου της wall street, εκ περιτροπής η Γερμανία, κατόπιν η Αγγλία και στο τέλος οι ΗΠΑ, περιέπεσαν σε μια πολύ μεγάλη ύφεση και ανεργία. Το φαινόμενο βέβαια αυτό ήταν πιο έντονο στις χώρες αυτές, διότι είχαν ανεπτυγμένη βιομηχανία. Οφείλονταν δε, όπως διαπιστώνουν οι μελετητές των κοινωνικών φαινομένων, τόσο στην τεχνική πρόοδο, όσο και στην καθιέρωση του δελτίου παραγωγικότητας, που επέβαλε την καθημερινή αύξηση της παραγωγής με λιγότερα εργατικά χέρια. (Αυτό επιβάλλει δυστυχώς και σήμερα η τρόϊκα).
Οι πολιτικές της αυστηρής λιτότητας και η ύφεση, που οδήγησαν σε αλματώδη αύξηση της ανεργίας, είχαν ως αποτέλεσμα τον κρατικό απομονωτισμό, αλλά και την ανάδειξη σχεδόν ταυτόχρονα στην εξουσία, σε Γερμανία και ΗΠΑ, δύο ισχυρών προσωπικοτήτων του Χίτλερ και του Ρούσβελτ, οι οποίες είχαν τάξει ως αποστολή τους, την κατάκτηση και την παγκόσμια ηγεμονία. Η εσωστρέφεια των οικονομιών και η ανάδειξη, όπως συμβαίνει και σήμερα στην Ελλάδα, εθνικιστικών τάσεων, οδήγησαν ακόμη και την Κοινωνία των Εθνών (ΚΤΕ), στην οποία τα έθνη στήριξαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τις ελπίδες τους για διαρκή ειρήνη, σε ανυποληψία και απώλεια της ισχύος της. Αποχώρησαν απ’ αυτήν οι ΗΠΑ μετά την πολιτική των απομονωτικών τους τάσεων και η Γερμανία με την Ιταλία το 1933 και το 1935 αντίστοιχα. Τα υπόλοιπα δημοκρατικά κράτη της Δύσης και κυρίως η Αγγλία και η Γαλλία, ανταγωνίζονταν σε επιδείξεις αρχών ειρηνοφιλίας, χωρίς να μπορούν να συνειδητοποιήσουν τον επερχόμενο μεγάλο κίνδυνο.
Την περίοδο αυτή, εκτός από τον παραδοσιακό φιλελεύθερο – ιδιωτικό καπιταλισμό και τον Σταλινο-κομμουνισμό, εμφανίστηκε ένα ακόμη κοινωνικο-οικονομικό μοντέλο, ο Χιτλερο-εθνικοσοσιαλισμός. Ο Χίτλερ και το Εθνικό- σοσιαλιστικό κόμμα, στην αναζήτηση τρόπων περαιτέρω μείωσης της ανεργίας, καθιέρωσαν παρά την απαγόρευση από τη συνθήκη των Βερσαλλιών, την υποχρεωτική στρατολογία, με το προβαλλόμενο από το Γερμανό καγκελάριο και το Γερμανικό τύπο πρόσχημα ότι: «Ένας στρατιώτης στοιχίζει λιγότερο από ένα άνεργο». Παρ’ όλα αυτά όμως, ο αριθμός των ανέργων λόγω κυρίως της οικονομικής ύφεσης, συνέχιζε ν’ αυξάνει σε περισσότερα του ενός εκατομμύρια. Ήταν δε αδύνατο ν’ απορροφηθούν όλοι οι άνεργοι από το στρατό. Γι’ αυτό χρειάστηκε να βρεθεί μια άλλη μορφή απασχόλησης. Έτσι, η λογική τότε, οδήγησε τους ιθύνοντες της Γερμανίας, στην πολεμική κινητοποίηση, την οποία όμως ασπάσθηκαν και οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, που οδήγησε τελικά στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Ρούσβελτ, εκφραστής του φιλελεύθερου και ιδιωτικού καπιταλιστικού μοντέλου, μετά την αποτυχία των μέτρων, που εφάρμοσε με το πρόγραμμα του New Deal (Νέο Συμβόλαιο), για την ανόρθωση της Αμερικανικής οικονομίας, τα οποία μέτρα ακύρωσε και το Συνταγματικό δικαστήριο, ως αντίθετα με το πνεύμα της ελεύθερης οικονομίας, αναγκάστηκε να παρεκκλίνει από το παραδοσιακό σύστημα και να υιοθετήσει το Χιτλερικό - Σοσιαλιστικό μοντέλο. Το αντέστρεψε όμως, υποτάσσοντας το κράτος στον κεφαλαιοκράτη, θέτοντας την κρατική εξουσία στην υπηρεσία του καπιταλισμού.
Τρία από τα μέτρα του New Deal, που δεν ακυρώθηκαν, ήταν η εγκατάλειψη από το δολάριο της χρυσής βάσης για να μπορεί η Αμερικανική Κυβέρνηση να κόβει χαρτονόμισμα, η επαναβεβαίωση του Αμερικανικού νομίσματος με την υποτίμησή του κατά 41%, για να ευνοηθούν οι Αμερικανικές εξαγωγές και η ανατίμηση της τιμής του χρυσού, για να συγκρατηθεί η ζήτησή του. Την ανατίμηση βέβαια του πολύτιμου αυτού μετάλλου από τα 35 δολάρια την ουγγιά στα 40 δολάρια, απέρριπτε η Αμερικανική Κυβέρνηση, λίγα χρόνια νωρίτερα, όταν το ζητούσαν η Βρετανία και άλλες χώρες, λόγω του φόβου αύξησης της αγοραστικής δύναμης της Ρωσίας από την αύξηση της παραγωγής χρυσού στη χώρα αυτή.
Η επιδίωξη βέβαια του νέου Αμερικανικού ηγεμονισμού, δεν στηρίζονταν σε παλιές και ξεπερασμένες μεθόδους, όπως του Χίτλερ. Μετά τη Ρωσική επανάσταση του 1917 και τα συνθήματα περί διεθνισμού, το σχέδιο της Αμερικανικής ηγεμονίας, διαμορφώθηκε με βάση τη συνθηματολογία του μοντέλου μιας «Μεγάλης Παγκόσμιας Κοινωνίας», στην οποία, όπως υπόσχονταν, όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη θα είχαν απελευθερωθεί από την πείνα και τις αρρώστιες. Βασίζονταν κυρίως στον έλεγχο του πλούτου και όχι των εδαφών, με την εξασφάλιση επιρροής επί των Κυβερνήσεων, με επενδύσεις κεφαλαίων, χορήγηση δανείων ή βοήθειας, την εξαγωγή αγαθών, μόδας, συνηθειών, τρόπων συμπεριφοράς ή γλώσσας και την ανάπτυξη στρατιωτικών βάσεων σε Ευρωπαϊκά και Ασιατικά εδάφη, αποφεύγοντας την συμβατική στρατιωτική κατάκτηση.
Η παγίδευση του Χίτλερ και ο εξαναγκασμός της Ιαπωνίας να βγουν στον πόλεμο, που ήταν οι κύριοι οικονομικοί αντίπαλοι των ΗΠΑ σε Ευρώπη και Ασία, έδωσε διέξοδο στ’ Αμερικανικά σχέδια. Μόνο η αυτοχειρία έχει ένα ένοχο.
Μετά την έκρηξη του πολέμου ο Ρούσβελτ, θέτοντας σε εφαρμογή, μία σειρά μέτρων, που γονάτισαν οικονομικά ακόμη και τους συμμάχους του Βρετανούς, εξήλθε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ωρίμασαν οι συνθήκες για την επιβολή της κοσμοκρατορίας του. Κανένας ηγέτης έχων σώας τας φρένας δεν εισέρχεται σε ένα πόλεμο, εάν προηγουμένως δεν εξασφαλίσει την ικανοποίηση των προσδοκιών του. Στο παιχνίδι της ισχύος και της εξασφάλισης αυτάρκειας σε πρώτες ύλες, όπως τα πλούσια πετρελαϊκά κοιτάσματα της Μέσης Ανατολής, η μετριοπάθεια δεν έχει θέση και διάρκεια. Θα ήταν αφελές συνεπώς, να πιστεύουμε ότι, οι ΗΠΑ μπήκαν στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο το 1944, από αλτρουϊσμό ή για ν’ αποκαταστήσουν την Ευρωπαϊκή ισορροπία.
Για την επίτευξη των στόχων του ο Αμερικανός πρόεδρος, απαντώντας θετικά στις ικεσίες του Βρετανού ηγέτη, για αύξηση της Αμερικανικής βοήθειας, όταν μετά την πτώση της Δυτικής Ευρώπης κινδύνευε πλέον και η Βρετανία, του επέβαλε στις 8 Αυγούστου του 1941, την υπογραφή μιας «διακηρύξεως ιδεολογικών αρχών», η οποία έγινε γνωστή ως «Χάρτης του Ατλαντικού» και θεωρείται πρόδρομος του Ο.Η.Ε.
Οι 8 αυτές βασικές αρχές, στόχευαν ουσιαστικά στο τέλος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και της Ευρωπαϊκής ηγεμονίας στον πλανήτη. Μεταξύ αυτών, η ανυστεροβουλία των συμμάχων, ο αποκλεισμός κάθε εδαφικής μεταβολής χωρίς την έγκριση των πληθυσμών, η αυτοδιάθεση των λαών, η ελεύθερη απόκτηση πρώτων υλών, η οικονομική συνεργασία, η εδραίωση της ειρήνης και της ελευθερίας του λόγου και η ελευθερία των θαλασσών, που εφαρμόστηκαν επιλεκτικά και όπου εξυπηρετούσαν τ’ Αμερικανικά συμφέροντα, σηματοδοτούσαν την απαλλαγή των αποικιών από την επιρροή των Ευρωπαίων και άνοιγαν παράλληλα το δρόμο στον Αμερικανικό ηγεμονισμό και νέο αποικισμό.
Κάτω υπό τις προϋποθέσεις αυτές και αφού το Νοέμβριο του 1943 προηγήθηκε η συνάντηση του Ρούσβελτ με τον Στάλιν στην Τεχεράνη, ο οποίος επιλέχθηκε ως ο καταλληλότερος συνέταιρος, και όταν κλείσθηκε η συμφωνία μαζί του, για τη συνεργασία και το διαμελισμό μετά τον πόλεμο της Ευρώπης σε σφαίρες επιρροής, αποφασίστηκε η Αμερικανική επέμβαση στη γηραιά Ήπειρο. Εκεί διαμορφώθηκε και η κοινή στάση των δύο αυτών ηγετών απέναντι στον Τσώρτσιλ και την Αγγλία, διότι αρνήθηκαν να συζητήσουν για το μέλλον των Βαλκανίων και της Πολωνίας. Ο εμφύλιος, που ακολούθησε στην Ελλάδα, ως συνέπεια αυτής της ασάφειας, αποδεικνύει εκ του αποτελέσματος ότι πέτυχε τον ένα και μοναδικό στόχο του Ρούσβελτ. Εκτόπισε την Αγγλική επιρροή και έθεσε τη χώρα υπό την Αμερικανική κηδεμονία.
Η νέα όμως μορφή αποικισμού δεν είχε ως στόχο την κατάκτηση χωρών, αλλά τον έλεγχο των πολύτιμων αποθεμάτων τους. Η εξασφάλιση της αυτάρκειας επιτυγχάνονταν όχι με τις παλιές αποικιοκρατικές μεθόδους, αλλά με την επιρροή επί των Κυβερνήσεων και τον έλεγχο στρατηγικών σημείων του πλανήτη, που εξασφαλίζουν τα δρομολόγια μεταφοράς των πρώτων υλών ή εμπορευμάτων. Η επιβολή, μετά τον πόλεμο, σύνδεσης των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με τον κανόνα του δολαρίου εξασφάλιζε και τον έλεγχο από τις ΗΠΑ, από το εμπορικό ισοζύγιο, των συναλλαγματικών αποθεμάτων και των οικονομιών όλων των χωρών. Με ένα πλέγμα επίσης διεθνών, όπως χαρακτηρίζονται, οργανισμών, που νομιμοποιούν τις παραπέρα ενέργειές τους και με μια σειρά στρατιωτικών οργανισμών, όπως το ΝΑΤΟ στη Δυτική Ευρώπη, στο οποίο το 1950 εντάχθηκαν η Ελλάδα και η Τουρκία, το CEATO και το CENTO, συνέχισαν οι ΗΠΑ όχι μόνο να περισφίγγουν κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου τη Σοβιετική Ένωση, αλλά να εκτοπίζουν παράλληλα την Αγγλική και Γαλλική επιρροή από τη Μέση Ανατολή, την Κύπρο και την Ασία. ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση κέρδιζαν μέχρι το 1990 έδαφος. Μετά την κατάρρευση όμως του Ανατολικού Συνασπισμού, οι Αμερικανικές Κυβερνήσεις ελέγχουν πλήρως δια του ΟΗΕ τον πλανήτη.
Η επιδίωξη εξασφάλισης της αυτάρκειας και διεξόδου στα κεφάλαια και τις εμπορικές συναλλαγές, είναι κυρίως οι παράγοντες, που ανάγκασαν τα ισχυρά οικονομικά κράτη να υιοθετήσουν από τα τέλη του 16ου αιώνα τις αποικιακές μορφές πολέμου. Σε αντίθεση με τους ληστρικούς πολέμους, που είχαν ως κίνητρο τη λεηλασία και τους απελευθερωτικούς, που διεξάγονταν μέχρι τότε από τα φτωχά κράτη, οι δύο τελευταίοι Παγκόσμιοι πόλεμοι χαρακτηρίζονται ως πόλεμοι αυτάρκειας και διεξόδου. Γι’ αυτό προκλήθηκαν από τα πλούσια κράτη.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και την επιβολή από την αναδυθείσα Παγκόσμια υπερδύναμη του κανόνα του δολαρίου, της σύνδεσης δηλαδή των ισοτιμιών των κυκλοφορούντων χαρτονομισμάτων με το δολάριο, τα διάφορα ισχυρά οικονομικά κράτη αναγκάστηκαν να συγκροτήσου με ομάδες δορυφόρων κρατών κοινές αγορές, όπως η ΕΟΚ στη Δυτική Ευρώπη και η ΚΟΜΕΚΟΝ στην Ανατολική, με σκοπό την ελεύθερη και χωρίς προστατευτισμό διακίνηση των προϊόντων τους, επιβάλλοντας τη χρήση ενιαίας μονάδας ανταλλαγών, όπως το ECU, το οποίο ήταν πρόδρομος του ΕΥΡΩ. Η ελεύθερη όμως ανταλλαγή προϊόντων, αγαθών και υπηρεσιών με τα ισχυρά οικονομικά κράτη και οι προβλέψεις για ελλείμματα στους προϋπολογισμούς, αποκοίμισαν τις αδύναμες οικονομικά χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, οι οποίες αναγκάσθηκαν να καταφύγουν σ’ ένα άκρατο και εύκολο υπερδανεισμό, με συνέπεια να καταρρεύσουν οι οικονομίες τους και να περιέλθουν, σε μια κατάσταση μερικής οικονομικής υποδούλωσης. Έτσι, με τη μέθοδο του pot-latch, (κλείσιμο ερμητικά σε πιθάρι), όπως τη χαρακτηρίζουν οι κοινωνιολόγοι, επιβάλλουν σήμερα τα ισχυρά κράτη, στους λαούς των χρεωμένων οικονομικά, τους καταναγκασμούς του αποικιακού δουλικού καθεστώτος, όπως αυτό ίσχυε κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Δυστυχώς, η ένταξη της Ελλάδος και της Κύπρου στην Ε.Ε και στο Ευρώ δεν έφερε τις καλύτερες ημέρες που προσδοκούσαν οι λαοί. Επιβεβαιώνει όμως τους κοινωνιολόγους και ερευνητές του πολεμικού φαινομένου. Η προπολεμική συγκυρία, όπως αναφέρουν, χαρακτηρίζεται από την αφθονία αγαθών, την αδυναμία κατανάλωσής τους, την ύφεση και την αυξημένη ανεργία. Εάν αποτύχει η πολιτική, ο πόλεμος θα δώσει τη διέξοδο και τότε θα είναι αργά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου