ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΝΕΡΓΙΑ
Η ΒΡΑΔΥΦΛΕΓΗΣ ΒΟΜΒΑ ΠΟΥ ΑΠΕΙΛΕΙ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ
Γράφει ο Νίκος Σκαρλάτος
Ο Μοντεσκιέ, στο σύγγραμμα του περί του «Πνεύματος των νόμων» (1748) αναφέρει ότι, ο άνθρωπος δεν είναι φτωχός και δυστυχισμένος όταν δεν έχει τίποτα, αλλά όταν δεν δουλεύει..….. Οι ελεημοσύνες που κάνουμε σ’ ένα άνθρωπο, ο οποίος γυρίζει γυμνός μέσα στους δρόμους, δεν αναπληρώνουν καθόλου τις υποχρεώσεις του κράτους, το οποίο οφείλει να εξασφαλίζει σε όλους τους πολίτες του τη συντήρηση, την τροφή, ένα ευπρεπές ένδυμα και ένα τρόπο ζωής, που να μην είναι αντίθετος με τους όρους υγιεινής.
Η εργασία είναι ένα ατομικό δικαίωμα, που συμπληρώνει μαζί με την ισότητα και τη δικαιοσύνη, το τρίπτυχο των κοινωνικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Είναι υποχρέωση της πολιτείας και της κοινωνίας προς τον πολίτη να κατανέμουν τους ρόλους, ώστε να εξασφαλίζουν στα μέλη τους μια εργασία, για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Όταν το κράτος και η κοινωνία απαιτούν από τον πολίτη να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, να πληρώνει τους φόρους και να υπηρετεί ή να υπερασπίζεται την πατρίδα, έχουν υποχρέωση να του προσφέρουν και μια αξιοπρεπή εργασία. Σε μια χώρα, που οι πολίτες της δεν έχουν εξασφαλισμένη εργασία και έναν αξιοπρεπή μισθό, τότε κλονίζεται ο κοινωνικός της ιστός.
Από την αρχαιότητα ο Σωκράτης, παρά την καταδίκη του, επιμένει και υποστηρίζει ότι η πατρίδα είναι τροφός των κατοίκων της. Αποτελεί τον απαράβατο όρο της ανθρώπινης ύπαρξης και αξιοπρέπειας, τόσο από βιολογική, όσο και από ηθική έννοια. Την θεωρεί πιο σεβαστή από τον πατέρα και τη μητέρα, επειδή χάρη στους νόμους, που ψηφίζονται για να προστατεύουν ή να εκπαιδεύουν και όχι να δυναστεύουν τον πολίτη, μπορεί κάποιος να γίνει αυτό προς το οποίο τείνει το ανθρώπινο όν. Η κοινωνία και η πατρίδα, όπως είναι γνωστό, θυμίζουν στο άτομο να είναι συνεπές με τον εαυτό του και να ξεχνά το εγώ στην υποχρέωση που έχει απέναντί τους. Οφείλουν όμως και η πατρίδα, η κοινωνία ή η πόλη να εξασφαλίζουν στους πολίτες τα κοινωνικά αγαθά της ασφάλειας και της ελευθερίας, της εργασίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης. Η συνοχή της κοινωνίας στηρίζεται στους όρους ενός ρητού ή σιωπηρού συμβολαίου, που έχει σκοπό την κοινή συντήρηση των μελών της. Εάν ο κανόνας αυτός παραβιασθεί, τότε ο καθένας επιδιώκει να κλέβει τον καρπό της εργασίας του άλλου και η κοινωνία μετατρέπεται σε ζούγκλα.
Η ανεργία βέβαια, έχει κι’ άλλες διαστάσεις πολύ χειρότερες. Το φαινόμενο αυτό επέσυρε απότομα την προσοχή των Κυβερνήσεων και των κοινωνιών κυρίως μετά το 1918. Από την περίοδο αυτή, στην αρχή η Γερμανία και κατόπιν η Αγγλία και οι ΗΠΑ, βρέθηκαν κάτω υπό την απειλή μιας σημαντικής ανεργίας. Παρατηρήθηκε μάλιστα ότι στη Γερμανία, μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και για διάρκεια λίγων ετών ο αριθμός των ανέργων παρέμεινε σταθερός σε ύψος, ανάλογο με τον αριθμό του παλιού μόνιμου στρατού του Ράϊχ. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχούσε σε ένα κανονικό ποσοστό, που μπορούσε ν’ αντέξει η Γερμανική οικονομία.
Η οικονομική κρίση του 1929, που ξέσπασε εξ αιτίας του άκρατου οικονομικού ανταγωνισμού, της αφθονίας των αγαθών και της αδυναμίας κατανάλωσής τους, οδήγησε σε περαιτέρω αύξηση της ανεργίας, η οποία άρχισε να παίρνει διαστάσεις ανίατης επιδημίας. Οι λύσεις της πολεμικής βιομηχανίας και κινητοποίησης έδωσαν διέξοδο στο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά οδήγησαν και την ανθρωπότητα σε ένα καταστροφικό πόλεμο.
Στην προσπάθεια μείωσης της ανεργίας, όλες οι Κυβερνήσεις ενθάρρυναν στην αρχή την ανάληψη τεράστιων, αλλά ανώφελων και αντιπαραγωγικών έργων, όπως τα Ολυμπιακά ή τα έργα για την απασχόληση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Τέτοια όμως έργα, έχουν πρόσκαιρα αποτελέσματα, διότι μειώνουν την ανεργία μόνο κατά την περίοδο αιχμής του οικονομικού κύκλου από την εισροή κεφαλαίων και δεν συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό του βιομηχανικού τομέα, στην ανταγωνιστικότητα, την αύξηση των εξαγωγών και τη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, ούτε δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας παρατεταμένης αύξησης του πραγματικού εισοδήματος. Τα έργα αυτά ξεπερνούν τις ανάγκες ή τις δυνατότητες των οικονομιών και δεν προσφέρουν έσοδα για την απόσβεση των εξόδων τους. Έτσι, μετά από μικρό χρονικό διάστημα, όπως συνέβη και στην Ελλάδα μέχρι το 2004, όταν ολοκληρώθηκε ο οικονομικός κύκλος και απορροφήθηκαν τα κεφάλαια, ακολούθησε ραγδαία αύξηση των κρατικών χρεών και του παγκόσμιου ποσοστού ανεργίας.
Οι πιο ισχυρές τότε βιομηχανικά χώρες, λαμβάνοντας υπ’ όψη το δεδομένο του κορεσμού των εσωτερικών και εξωτερικών αγορών, οι οποίες δεν ήταν σε θέση ν’ απορροφήσουν, λόγω και της ύφεσης, μια αύξηση της παραγωγής αγαθών, έθεσαν το πλεονάζον προσωπικό τους στην υπηρεσία της πολεμικής βιομηχανίας. Η αγορά αυτή, εκτός από την οροφή στους εξοπλισμούς, που την καθορίζουν αυθαίρετα στις παραγγελίες τους οι κυβερνήσεις, δεν περιορίζεται εν καιρώ ειρήνης. Η βιομηχανία επίσης των εξοπλισμών έχει και το προνομιούχο πλεονέκτημα να προσφέρει την εργασία μόνο επί παραγγελία. Δεν γνωρίζει πωλήσεις με ζημιά, ούτε επιβάλλει τη διατήρηση αποθεμάτων, όπως σ’ άλλα προϊόντα, των οποίων παρέρχεται η μόδα. Οτιδήποτε παράγεται απορροφάται αμέσως. Εάν κάποια αεροπλάνα ή άρματα οξειδώνονται ή παύουν να είναι μοντέρνα αποθηκεύονται ως υλικό επιστρατεύσεως, αφού όμως πρώτα πληρωθούν.
Η τρίτη συνεπώς και τελευταία λύση συνδέεται με την απορρόφηση των ανέργων από το στρατό. Εκεί κατάλληλοι στρατολόγοι τους μετατρέπουν σε πολεμιστές έτοιμους να ενταχθούν στο «κύκλο των σπάταλων προκλήσεων», με τις οποίες τα έθνη, στη φάση της έξαρσης των εθνικισμών επιχειρούν να εκφοβίσουν τους αντιπάλους τους και να τους υποχρεώσουν ν’ αναγνωρίσουν την υπεροχή τους. Πόσο ακόμη άραγε μπορούμε σήμερα να είμαστε αισιόδοξοι για την ειρήνη από το αδιέξοδο, που έχει περιέλθει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα; Το ελληνικό φαινόμενο με τη Χρυσή Αυγή, θ’ αποκτήσει σταδιακά παγκόσμιες διαστάσεις. Αυτό βέβαια είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας, που μαστίζει σήμερα την Ευρώπη.
Η πατριωτική πλειοδοσία, αναφέρει ο Ταλεϋράνδος, διπλωμάτης, ιερωμένος και σύμβουλος του Μ. Ναπολέοντα είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων. Τα προβλήματα συνεπώς λύνονται, όταν εντοπισθούν και αντιμετωπιστούν οι παράγοντες που τα επηρεάζουν. Κάθε άλλη λύση, που δεν θ’ απαντά στα δεδομένα, θα οξύνει το πρόβλημα της ανεργίας, θα οδηγεί τα κράτη και τους λαούς στον απομονωτισμό και στην αύξηση των ποσοστών κομμάτων σαν την Χρυσή Αυγή. Αυτό συνέβη το 1933 μετά την οικονομική κρίση του 1929 στη Γερμανία και το 1936, μετά τη χρεοκοπία του 1933 στην Ελλάδα, αλλά και σ’ άλλες χώρες της Ευρώπης. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, αλλά γράφεται κάθε φορά με νέους όρους. Ας είναι τα κόμματα και οι αρχηγοί τους πιο υπεύθυνοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου