ΚΥΠΡΟΣ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ
ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΩΝ
Υπό Νικολάου Σκαρλάτου
Η διατάραξη της ισορροπίας δυνάμεων στην Ευρώπη, που άρχισε από το 18ο αιώνα, συνεχίσθηκε και τα επόμενα χρόνια. Ήταν αποτέλεσμα της κορύφωσης των ανταγωνισμών μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής για την εξασφάλιση της αυτάρκειας τους και της ελεύθερης διακίνησης της νέα μορφής ενέργειας Οι διασκέψεις βέβαια που ακολουθούσαν μέχρι τότε κάθε πολεμική σύρραξη, εντάσσονται κι’ αυτές μέσα στα πλαίσια του αποκαλούμενου Ανατολικού ζητήματος και τον καθορισμό σφαιρών επιρροής, που εξυπηρετούσαν τα οικονομικά συμφέροντα των Μεγ. Δυνάμεων. Από τις αρχές όμως του 20ου αιώνα, που εντείνεται ο ανταγωνισμός μετά την είσοδο των μηχανών εσωτερικής καύσεως, εμφανίζεται μια νέα μορφή πολέμου στον πλανήτη. Είναι οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως πόλεμοι αυτάρκειας. Πόλεμοι, που προκλήθηκαν από πλούσια έθνη, για την εξασφάλιση των πρώτων υλών ενέργειας, οι οποίοι αντικατέστησαν τους μέχρι τότε γνωστούς, απελευθερωτικούς ή ληστρικούς πολέμους, που γίνονταν από τα φτωχά κυρίως κράτη.
Όταν οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις διαπίστωσαν ότι η Ρωσία, με Δούρειο ίππο τον Πανσλαβισμό, αντί του Χριστιανισμού, επέκτεινε με τη μεγάλη Βουλγαρία την επιρροή της και έβγαινε στο Αιγαίο, συνασπίστηκαν για να ματαιώσουν αυτές τις βλέψεις. Η διάσκεψη του Βερολίνου, που συνήλθε στις 13 Ιουνίου του 1878, ακύρωσε τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (3 Μαρτίου 1878), η οποία υπογράφτηκε λίγους μήνες νωρίτερα, μεταξύ της Ρωσίας και της ηττημένης κατά το Β΄ Ρωσοτουρκικό πόλεμο Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι προσπάθειες βέβαια της Ρωσίας συνεχίστηκαν και όλα τα επόμενα χρόνια.
Η πανευρωπαϊκή αυτή διάσκεψη, που συνήλθε υπό την προεδρία του Βίσμαρκ και στην οποία συμμετείχαν η Αγγλία, η Αυστρία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ρωσία και η Τουρκία, επέβαλε ακόμη και μεταρρυθμίσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μεταξύ των άλλων δε προέβλεπε και την παραχώρηση διοικητικής αυτονομίας στους Κούρδους και τους Αρμένιους, όταν αυτό θα ήταν πρακτικά εφικτό. Εμπεριείχε όμως και τους σπόρους του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, διότι εκτός από τις οξύνσεις που προκάλεσε, δεν έδινε μακροπρόθεσμη λύση σε κανένα από τα προβλήματα της Εγγύς και Μέσης Ανατολής.
Την ίδια χρονιά (1878), με τη «Συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας» ή τη γνωστή και ως «Συνθήκη της Κύπρου», που υπογράφτηκε μεταξύ της χρεοκοπημένης, μετά το Ρωσο-τουρκικό πόλεμο, Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Αγγλίας, περιέρχονταν η Κύπρος και η Αίγυπτος στη Βρετανική κυριαρχία. Ήταν το αντάλλαγμα που πλήρωσαν οι Οθωμανοί στους Άγγλους, για την προσφερθείσα απ’ αυτούς οικονομική υποστήριξη κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου.
Η είσοδος στη ζωή των μηχανών εσωτερικής καύσεως και ο εντοπισμός το 1914 των πρώτων αποθεμάτων υδρογονανθράκων στο Ιράκ, οδήγησε σ’ ένα έντονο ανταγωνισμό τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Έτσι, ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ως αποτέλεσμα αυτού του ανταγωνισμού, εκτός από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έφερε στη σφαίρα επιρροής και στον έλεγχο της κοσμοκράτειρας από το 1815 Μεγάλης Βρετανίας, την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Γι’ αυτό και η χάραξη των συνόρων στην περιοχή, που συνεχίστηκε μέχρι τη διάσκεψη της Λωζάννης του 1923, δεν έλαβε υπ’ όψη της φυλετικές ή εθνικές παραμέτρους και σε πολλές περιοχές χαράχθηκαν σ’ ευθεία γραμμή, σύμφωνα με τα συμφέροντα τους.
Οι ΗΠΑ, των οποίων η εξωτερική πολιτική στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, διαμορφώνονταν μέχρι τότε με βάση τη Βρετανική, απέρριψαν την πρόταση των Βρετανών για συμμετοχή τους στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Αναμένοντας προφανώς τη διαμόρφωση του νέου περιβάλλοντος και αντιλαμβανόμενοι τη σημασία, που είχε για τα συμφέροντά τους η περιοχή, άρχισαν μετά τον πόλεμο να εκδηλώνουν εμφανώς τις βλέψεις τους για την περιοχή.
Το 1923, στη διάσκεψη της Λοζάνης εμφανίζονται για πρώτη φορά, στέλνοντας ως παρατηρητή το Γερουσιαστή Χάμιλτον Λεβύ, επιδιώκοντας να εξασφαλίσουν κάποιες παροχές για τις Αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου. Ένα πρακτικό του Foreign office, με ημερομηνία 25 Ιουλίου, αναφέρει ότι: «Οι Αμερικανοί θέλουν να διαπραγματευτούν με τον Ισμέτ (Ινονού) στη Λοζάνη μια χωριστή συνθήκη, με την οποία θα εξασφαλίσουν ευνοϊκότερους όρους, απ’ όσο εξασφαλίσαμε εμείς (οι Άγγλοι)». Στην ίδια διάσκεψη, η Τουρκία αποποιήθηκε των δικαιωμάτων της επί της Κύπρου και η Ελλάδα, αποδέχθηκε τη Βρετανική επικυριαρχία επί της νήσου. Ο Ισμέτ Ινονού δήλωνε όμως, ότι η χώρα του, δεν θ’ αποδέχονταν ποτέ στο μέλλον να καταστεί το Αιγαίο Ελληνική λίμνη. Δύο χρόνια αργότερα η μεγαλόνησος ανακηρύχθηκε αποικία του Αγγλικού Στέμματος.
Από την περίοδο αυτή αρχίζουν ουσιαστικές συζητήσεις, που κορυφώνουν τον ανταγωνισμό των Ευρωπαϊκών δυνάμεων, για την εξασφάλιση επιρροής στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου. Ο ανταγωνισμός αυτός, μετά την οικονομική κρίση του 1929, που οδήγησε τις Κυβερνήσεις των Μεγάλων δυνάμεων στην πολεμική βιομηχανία για την αντιμετώπιση και της ανεργίας, οδήγησε σταδιακά τις Μεγάλες Δυνάμεις στον απομονωτισμό, που έφερε όπως είναι γνωστό, το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την καταστροφή και χρεοκοπία της Ευρώπης, την επιβολή της νέας τάξης και την κοσμοκρατορία των ΗΠΑ.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόνιμος και σταθερός στόχος των ΗΠΑ ήταν ο προσεταιρισμός των συνδεδεμένων στο Βρετανικό άρμα περιοχών της Ανατολικής Μεσογείου. Κύριος σύμμαχος στις επιδιώξεις τους στη Μέση Ανατολή υπήρξε το Κεμαλικό καθεστώς της Τουρκίας, το οποίο παρακολουθώντας τη συμπεριφορά της πέραν του Ατλαντικού αναδυόμενης δύναμης, ακολούθησε ουδέτερη πολιτική στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με το τέλος αυτού του πολέμου οι ΗΠΑ και ο Καναδάς παρήγαγαν και κατανάλωναν το 65% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου. Το Δεκέμβριο όμως του 1970 η παραγωγή τους κατήλθε στο 21% με σταθερή καθοδική τάση. Σήμερα οι ΗΠΑ καταναλώνουν το 24% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ το 31% των παγκόσμιων αποθεμάτων βρίσκονται στη Μ. Ανατολή. Η Ε.Ε αντίστοιχα προμηθεύεται το 50% των αναγκών της σε πετρέλαιο από ξένες πηγές.
Η εκμετάλλευση των πετρελαίων του Αιγαίου, γίνεται από τη δεκαετία του 1930 κυριότερη αιτία των διαφορών μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας, όταν για πρώτη φορά συζητήθηκε το θέμα αυτό σε μια συνάντηση μεταξύ του Κεμάλ και του Βενιζέλου.
Τα γεγονότα που σημάδεψαν το Κυπριακό και τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις από τη δεκαετία του 1950 είναι στενά συνδεδεμένα με την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου χώρου του Αιγαίου. Εντάσσονται όμως, όπως διαπιστώνεται σήμερα και στα πλαίσια των ανταγωνισμών των Μεγάλων Δυνάμεων, για την εξασφάλιση της επιρροής στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο. Οι συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου του 1960, που συνάφθηκαν μετά τον απελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων, συνετέλεσαν στην παραχώρηση μιας ευνοϊκής για τα Βρετανικά συμφέροντα ανεξαρτησίας στο νησί. Αναγνώριζαν όμως παράλληλα και την ύπαρξη Τουρκικής κοινότητας, αντί μειονότητας, που δρομολογούσε εξελίξεις διχοτόμησης. Οι ΗΠΑ, αν και συμφώνησαν αρχικά με τη λύση των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, προωθούσαν σχέδιο για τη διχοτόμηση του νησιού, με διπλή ένωση στις μητέρες πατρίδες, μέσα στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.
Τα στρατιωτικά πραξικοπήματα στην Ελλάδα και την Τουρκία ήταν άμεσα συνδεδεμένα με το Κυπριακό και τις συζητήσεις για εκμετάλλευση των πετρελαίων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Μια δεύτερη συνάντηση, για την εκμετάλλευση των πετρελαίων του Αιγαίου, πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με τα γεγονότα στην Κύπρο το 1963-64 στην κατοικία του τότε Αμερικανού προέδρου Λίντον Τζόνσον στο Κάμπ Ντεϊβιντ. Στην τριμερή αυτή συνάντηση-διάσκεψη , όπως αναφέρεται, συμμετείχαν εκτός του προέδρου των ΗΠΑ, οι πρωθυπουργοί της Ελλάδος Γεώργιος Παπανδρέου και της Τουρκίας Ισμέτ Ινονού, ενώ ως μεταφραστής συμμετείχε και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Για να προχωρήσουν μάλιστα οι συνομιλίες, ο πρόεδρος Τζόνσον παραχώρησε ως αντάλλαγμα για την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών αποθεμάτων του Αιγαίου, μεγαλύτερο ποσοστό στην Ελλάδα, 12%, έναντι 8% στην Τουρκία. Τότε κατατέθηκε στο τραπέζι και η «διχοτομική» φόρμουλα για επίλυση του Κυπριακού, το γνωστό ως «Σχέδιο Άτσεσον», που θα συνέβαλε στην εξομάλυνση των Ελληνοτουρκικών διαφορών.
Το σχέδιο βέβαια αυτό απορρίφθηκε και από τον Έλληνα πρωθυπουργό και οι συνομιλίες διακόπηκαν, όταν εκτός από τις αντιρρήσεις του Μακαρίου για την παραχώρηση της Καρπασίας στην Τουρκία, ο Ισμέτ Ινονού, ο οποίος το αποδέχθηκε στην αρχή, ζήτησε επί πλέον ως εδαφικά ανταλλάγματα εκτός από το Καστελόριζο και τη Δυτική Θράκη. Έτσι διαπιστώνουμε σήμερα ότι, από τότε ακόμη η Τουρκία επιδίωκε να διαμορφώσει την ΑΟΖ στα μέτρα της, όταν στην Ελλάδα δεν γίνονταν καμιά αναφορά για πετρέλαια στο Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Η απόρριψη αυτού του σχεδίου και το ναυάγιο της συνάντησης των δύο πρωθυπουργών στο Κάμπ Ντέϊβιντ, που οργανώθηκε μετά από πιέσεις των πολυεθνικών πετρελαίου προς την Αμερικανική Κυβέρνηση, δρομολόγησε και τα γεγονότα, που ακολούθησαν στην Ελλάδα, την Τουρκία και την Κύπρο μέχρι το 1974.
Οι δύο Αραβο-Ισραηλινοί πόλεμοι εντάσσονται και αυτοί στα πλαίσια των ανταγωνισμών για τα πετρέλαια της περιοχής. Οι πόλεμοι αυτοί είχαν ως συνέπεια την οικονομική και πετρελαϊκή κρίση του 1973. Συνδέονται όμως άμεσα και με τις πολιτικές εξελίξεις σε Ελλάδα και Κύπρο.
Οι Αμερικανικές εταιρείες STANTAR OIL, TEXACO και ARAMCO, με την Αγγλική ΒP, την Ολλανδική SHELL και άλλες μικρότερες Ρωσικές, Καναδικές και Ευρωπαϊκές, γίνονται πρωταγωνίστριες των διεθνών εξελίξεων στην περιοχή. Έτσι, τ’ Αμερικανικά κόμματα, που χρηματοδοτούνται απ’ αυτές, υποχρεώνουν τις Αμερικανικές Κυβερνήσεις να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους και να μεριμνούν για την επίλυση των διαφορών και προβλημάτων που ανακύπτουν στις περιοχές που δραστηριοποιούνται.
Ήδη, από το 1979 γνώριζαν οι ΗΠΑ, ότι ο υποθαλάσσιος χώρος της Κύπρου διέθετε πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου. Τη χρονιά αυτή η μεγάλη Αμερικανική Εταιρεία American Oil Company, εντόπισε για πρώτη φορά από δορυφόρο το κοίτασμα αυτό, στο μέσον της θαλάσσιας έκτασης μεταξύ Κύπρου-Αιγύπτου και σε βάθος 500 ποδών.
Το κοίτασμα αυτό, εντοπίζεται 200 χλμ. νότια των ακτών της Κύπρου, 200 χλμ δυτικά των ακτών του Ισραήλ και λίγο περισσότερο των 200 χλμ από τις ακτές της Αιγύπτου.
Μ ε βάση τους υπολογισμούς της εταιρείας Amoco, που συνιστά κοινοπραξία με την American Oil Company εκτείνεται σε έκταση 100 τετραγ. χλμ και η εκμετάλλευση του κρίθηκε τότε ως ιδιαίτερα επικερδής. Το νέο αυτό κοίτασμα, που βρίσκεται σε περιοχή όπου συναντώνται τα όρια των θαλάσσιων συνόρων Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ, φέρεται να είναι μεγαλύτερο των πετρελαίων της Κασπίας, που ως γνωστό θεωρούνταν μέχρι πρότινος μεγαλύτερο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής. Τ’ αποθέματα του υπολογίζονται σε 8,4 τρις βαρέλια.
Την ίδια χρονιά η εταιρεία American Oil Company, ζήτησε άδεια από την Κυπριακή Κυβέρνηση για παραπέρα έρευνες, θεωρώντας ότι ουσιαστικά το πετρέλαιο βρίσκονταν στην Κυπριακή υφαλοκρηπίδα. Η αίτηση όμως αυτή απορρίφθηκε για πολιτικούς λόγους, θεωρώντας ως δυσμενή τη συγκυρία την περίοδο εκείνη λόγω της Τουρκικής εισβολής. Μια τέτοια ενέργεια εκτιμούσε τότε η Κυπριακή Κυβέρνηση θα οδηγούσε σε πολιτικές περιπλοκές, γι’ αυτό και δεν δόθηκε στη δημοσιότητα το θέμα. Με βάση τότε τις εκτιμήσεις και υπολογισμούς της εταιρείας American Oil Company θα χρειάζονταν δύο χρόνια για ν’ αρχίσει η ανόρυξη του μαύρου χρυσού.
Όταν όμως, η Αίγυπτος παραχώρησε άδεια για εκμετάλλευση του θαλάσσιου χώρου της, άρχισε μια έντονη κινητικότητα μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας. Έτσι, το Κυπριακό πήρε μια νέα γεωπολιτική διάσταση, αφού ιστορικά, τα γεωπολιτικά ζητήματα ήταν πάντοτε συνυφασμένα με τις πηγές ενέργειας και τα οικονομικά συμφέροντα
Η Κύπρος, εκτός από τη γεωστρατηγική της θέση, από την οποία ελέγχει τη βόρεια έξοδο της διώρυγας του Σουέζ, τη μεγαλύτερη θαλάσσια οδό διακίνησης μαύρου χρυσού, από την οποία διέρχονταν μέχρι τα τελευταία χρόνια το 70% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου, αρχίζει πλέον και η ίδια να γίνεται πετρελαιοπαραγωγός χώρα.
Η Τουρκία έμεινε προσηλωμένη στην άποψη ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Γι’ αυτό και διεκδικεί ως ΑΟΖ της, τη μέση γραμμή μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου. Τελευταία όμως, μετά την απόρριψη των ισχυρισμών της από διεθνείς οργανισμούς, υποστηρίζει ότι και οι Τουρκοκύπριοι έχουν δικαιώματα και πρέπει να ωφεληθούν.
Οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) καθορίστηκαν με τη συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1988, που την υπέγραψαν 130 χώρες μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, η οποία είναι ανεξάρτητο κράτος και μέλος του ΟΗΕ. Δεν την υπέγραψαν η Τουρκία και το Ισραήλ, το οποίο όμως αποδέχεται βασικές αρχές της συμφωνίας.
Η Κύπρος από το 2001 με πολύ προσεκτικές κινήσεις εκσυγχρόνισε τη νομοθεσία της για την εξόρυξη υδρογονανθράκων και στις 17 Φεβρ 2003 υπέγραψε την ΑΟΖ με την Αίγυπτο.
Το 2006 ξεκίνησε τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες, τις οποίες ανέθεσε σε Αμερικανικές εταιρείες και στις 15 Φεβρ του 2007 ανακοίνωσε ότι δέχεται προσφορές για άδειες εξόρυξης πετρελαίου και αερίου στην ΑΟΖ της, στα 200 μίλια. Την ίδια χρονιά υπέγραψε συμφωνία ΑΟΖ και με το Λίβανο, για την εκμετάλλευση της οποίας ενδιαφέρθηκε Αμερικανική εταιρεία Ισραηλινών συμφερόντων, ενώ υπέγραψε την ΑΟΖ και με το Ισραήλ.
Το 2008 ανέλαβε έρευνες με τεχνολογία, που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά παγκόσμια και πουλά ήδη τα δεδομένα ερευνών σε ξένες εταιρείες, εισπράττοντας το ανάλογο ποσοστό.
Αμερικανικές γεωλογικές έρευνες, που έγιναν αρχές του 2010 στην Ανατολική Μεσόγειο εντόπισαν:
-122 τρις πόδια αερίου, όπως το Ρωσικό.
-16 τρις εντοπίστηκαν κοντά στο Ισραήλ περιοχή Λεβιάθαν.
Η Κύπρος έγινε πλέον συνδετικός κρίκος με τα κράτη της περιοχής, υπογράφοντας με Αίγυπτο και Ισραήλ, συμφωνίες εμπιστευτικότητας και ανταλλαγής πληροφοριών.
Η παγκόσμια πετρελαϊκή κρίση του 1979, που χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη του εικοστού αιώνα και η κατανάλωση μέσα σε ένα αιώνα του 50% των παγκόσμιων πετρελαϊκών αποθεμάτων, οδήγησε όλες τις χώρες στην αναζήτηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας και νέων πηγών. Μετά την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, το 1990, οι Αμερικανοί έγιναν απόλυτοι κυρίαρχοι στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η παρέμβαση τους στο Κυπριακό είναι καθοριστική, για μια μόνιμη και βιώσιμη λύση στο νησί.
Πολλοί αναλυτές, αλλά και Έλληνες πολιτικοί ισχυρίζονταν μετά το 1974 ότι, αν η Κύπρος είχε πετρέλαιο θα είχε λυθεί το Κυπριακό, όπως στην περίπτωση του Κουβέϊτ. Ο εντοπισμός όμως και η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων μόνο αστάθεια προκαλεί στις χώρες, που ανήκουν τα κοιτάσματα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεύτερη παγκόσμια οικονομικά δύναμη, στην οποία έχει ενταχθεί και η Κύπρος, ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ στην επιδίωξη εξασφάλισης της ενεργειακής της αυτάρκειας. Δεν έπαυσε όμως ν’ αποτελεί μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο προτεκτοράτο της πέραν του Ατλαντικού μοναδικής σήμερα υπερδύναμης, όπως κατά καιρούς ισχυρίζονται Αμερικανοί αξιωματούχοι, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο Μπρεζίνσκι, σύμβουλος ασφαλείας του πρώην Αμερικανού προέδρου Κλίντον.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της British Petroleum, που έγιναν το 2008, τα παγκόσμια αποθέματα ανέρχονται σε 1230 Δισεκατ. Βαρέλια και η ετήσια σε 31 δις Βαρέλια. Σύμφωνα με στοιχεία του 2007 τα οχήματα αυξήθηκαν κατά 38% στην Κίνα και 17% στην Ινδία, που αυξάνουν σημαντικά την παγκόσμια ζήτηση.
Η Τουρκική πλευρά, εμμένοντας στις θέσεις της, και αδιαφορώντας για τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων, προωθεί κάτω υπό το μανδύα της συνομοσπονδίας, μια διχοτομική λύση στο Κυπριακό, επιδιώκοντας ένα ακόμη βήμα στις επιδιώξεις της.
Με πολεμικά της πλοία επιχειρεί να δημιουργεί κλίμα έντασης στην περιοχή, ενώ στις 30 Ιαν 2007 εξέδωσε ανακοίνωση με τον ισχυρισμό ότι η ίδια έχει συμφέροντα στην περιοχή, αντιδρώντας και στην συμφωνία της Κύπρου με το Ισραήλ, την οποία απέρριψε η χώρα αυτή. Απορρίπτει την ομοσπονδιακή λύση, την οποία σήμερα έχει αποδεχθεί η Ελληνική πλευρά, που θα έχει και το ανάλογο οικονομικό όφελος για τους Τουρκοκυπρίους. Υποστηρίζει μια λύση, η οποία με τα σημερινά δεδομένα μόνο τα συμφέροντα της Τουρκίας εξυπηρετεί. Η λύση της συνομοσπονδίας, προβλέπει μια ασθενή κεντρική Κυβέρνηση και ευνοεί μόνο τις διχοτομικές επιδιώξεις της Άγκυρας. Όταν μάλιστα, ξεπεραστεί και ο σκόπελος του Καστελόριζου τότε θα διεκδικεί τον καθορισμό της Αποκλειστικής Οικονομικής της Ζώνης (ΑΟΖ), όπως την επιδιώκει από το 1963.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις καθηγητών έγκυρων Αμερικανικών πανεπιστημίων η Κύπρος θα καταστεί η πλουσιότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παραχώρηση όμως δικαιωμάτων για ανεύρεση και εξόρυξη υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή της νότιας Κύπρου, όπως και τα δρομολόγια των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου προϋποθέτουν συνθήκες ειρηνικής συνύπαρξης των λαών των περιοχών απ’ όπου διέρχονται. Για το Κυπριακό, όπως και το Ελληνικό φυσικό αέριο εκδηλώνεται έντονο και το Ρωσικό ενδιαφέρον. Κάθε βέβαια χώρα, όπως λέει και ο Θουκυδίδης συμπεριφέρεται ανάλογα με τη λογική της δύναμης της. Οι υποχωρήσεις, όταν δεν εντάσσονται στα πλαίσια στρατηγικής σχεδίασης οδηγούν πάντοτε στην ήττα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου