ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ
Υπό Νικολάου Σκαρλάτου
Το Μάϊο του 2008 η Ευρώπη ψήνονταν στον πυρετό, όπως ανέφεραν οι οικονομικοί αναλυτές, από το κράχ του δολαρίου. Ορισμένες κεντρικές τράπεζες, οργάνωναν τους κερδοσκόπους σε ένα κοινό μέτωπο και ένα παιχνίδι, κατά του Αμερικανικού νομίσματος, εκτιμώντας ότι θα έβγαιναν κερδισμένοι από την κατάσταση αυτή και θ’ αποκόμιζαν σημαντικά κέρδη. Χαμένες βέβαια θα ήταν οι οικονομίες του ισχυρού ευρώ με πρώτη την Ελλάδα, η οποία έχει ένα υψηλό εξωτερικό χρέος. Την ίδια περίοδο ένας από τους μεγαλύτερους κεντρικούς τραπεζίτες, ο Πόλ Βόλκερ, πρώην πρόεδρος της FED, ο οποίος εκτιμούσε ότι δεν κινδύνευε μόνο το δολάριο και η Αμερικανική οικονομία, αλλά ολόκληρο το Αμερικανικό Έθνος και η παγκόσμια οικονομική τάξη, κατήγγειλε έμμεσα τον Άλαν Γκρίνσπαν, στον οποίο ένα χρόνο νωρίτερα είχε παραδώσει τα ηνία, για χειραγώγηση του δολαρίου, πιστεύοντας ότι αυτό ενείχε σοβαρούς κινδύνους.
Ο Λευκός Οίκος όμως, από την εποχή ακόμη του Ρούσβελτ και το κράχ του 1929, πιστεύει ότι η «Αχίλλειος πτέρνα» των Ευρωπαίων, των Ιαπώνων και των υπόλοιπων εταίρων στο παγκόσμιο εμπόριο είναι η αποδυνάμωση του δολαρίου. Η χειραγώγηση και υποτίμηση του πλήττει ως γνωστόν την ελεύθερη αγορά, τα κέρδη των Ευρωπαϊκών και άλλων εξαγωγικών επιχειρήσεων και καθιστά πιο ευάλωτες τις ξένες Κυβερνήσεις σε συμβιβασμούς στις εμπορικές τους απαιτήσεις. Η πετρελαιαγορά, της οποίας οι συναλλαγές γίνονται σε δολάρια, λόγω του ελέγχου που ασκούν σ’ αυτήν, είναι το πιο προσοδοφόρο πεδίο όχι μόνο για τους κερδοσκόπους, αλλά και την Αμερικανική οικονομία.
Προ της κρίσιμης αυτής κατάστασης η Ελλάδα σύρονταν τον Οκτώβριο του 2009 σε εκλογές, για να εκλεγεί μια Κυβέρνηση, πρόθυμη να εξυπηρετήσει τα σχέδια τους. Έτσι, λίγους μήνες αργότερα το ΔΝΤ σε αρμονική συνεργασία με την «Τρόϊκα» της Ε.Ε, εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, επιβάλλοντας τους όρους τους, αναγκάζοντας τη χώρα και τους Έλληνες ν’ απεμπολήσουν κυριαρχικά τους δικαιώματα. Όλες βέβαια οι μεταπολιτευτικές Κυβερνήσεις από το 1981 και όχι ο λαός, όπως επιμένει ο κ. Πάγκαλος, δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Δεν εκμεταλλεύτηκαν προς όφελος των Ελλήνων συνολικά, τις οικονομικές διεθνείς συγκυρίες, από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή την απελευθέρωση των αγορών. Η διοίκηση όμως, δεν είναι προνόμιο, αλλά βάρος ευθύνης. Οι έννοιες της ευθύνης και της εξουσίας συνδέονται εσωτερικά και βρίσκονται σε μια απόλυτη αλληλεξάρτηση.
Μέσα σε κλίμα έντονης αμφισβήτησης της πολιτικής βούλησης των Ευρωπαίων ηγετών να υπερασπιστούν αποτελεσματικά και όχι αποσπασματικά την Ευρωζώνη, αναφέρουν οι ανταποκρίσεις από τις Βρυξέλλες, συνέρχεται την προσεχή Πέμπτη και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Σε κάθε κοινωνία βέβαια, υπάρχουν τόσα στοιχεία διχόνοιας, όσα και τα μέλη της. Παρά τις αδυναμίες όμως, που προέρχονται από τη στενοκαρδία, τον εγωισμό και το συμφέρον, οι άνθρωποι ανέχονται να διοικούνται και το εύχονται, αρκεί να διοικούνται καλά. Οι πρωτόγονοι οργανώθηκαν σε κοινωνίες για να νοιώσουν πιο ισχυροί και πιο ασφαλείς, αλλά κέρδισαν κάτι πιο χειρότερο, τον πόλεμο. Ας ευχηθούμε να μη συμβεί το ίδιο και με την ένταξη μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο πόλεμος, ως κοινωνικό φαινόμενο έχει πολλές μορφές. Εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης ιδιότυπης συμπεριφοράς, που συνδέεται με την «Παγκόσμια πάλη». Μια πάλη ανάλογη με αυτήν του στομάχου με την τροφή, στη λειτουργία της πέψης. Στον αγώνα επιβίωσης του ανθρώπου είναι το μοιραίο επακόλουθο από τη διατάραξη της παγκόσμιας οικονομικής ισορροπίας. Ερευνήστε προς τα πού μετακινήθηκε ο πλούτος, για ν’ αντιληφθείτε ποιος προκάλεσε τον πόλεμο, σύμφωνα και με τη ρήση του Πλάτωνα. Τα συμφέροντα, ο αθέμιτος ανταγωνισμός, η άμετρη και αχαλίνωτη κερδοσκοπία, η υπεραφθονία αγαθών στην αγορά και η αδυναμία κατανάλωσης τους, είναι οι παράγοντες, που οδηγούν στην ύφεση και στην ανεργία, στις οικονομικές κρίσεις και στις κοινωνικές εντάσεις, με απρόβλεπτες εξελίξεις.
Σε τέτοιες περιόδους, η πρακτική του πολεμικού θησαυρού αρχίζει πάλι να έρχεται στο προσκήνιο. Η αύξηση της τιμής του χρυσού και το κυνήγι των πολύτιμων μετάλλων ποικίλει ανάλογα με την πολεμική ατμόσφαιρα ή τη μιλιταριστική τάση κάθε κράτους. Τα μεταλλικά αποθέματα των τραπεζών, που εκδίδουν χαρτονόμισμα, εξακολουθούν να παίζουν το ρόλο του έσχατου αποθέματος, το οποίο από την αρχαιότητα αποθήκευαν στο ναό. Η προς το χαρτονόμισμα εμπιστοσύνη κλονίζεται, όταν επιδεινώνονται οι οικονομικοί δείκτες μιας χώρας ή σημειώνονται κοινωνικές αναταραχές. Γι’ αυτό και κάθε υποτίμηση του νομίσματος ισχυρίζονται οι κοινωνιολόγοι, που μελετούν το φαινόμενο, είναι ένα βήμα προς τον πόλεμο.
Το καλύτερο παράδειγμα «προπολεμικής συγκυρίας» το συναντούμε στη Γερμανική οικονομία, μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929. Η περίοδος των ετών 1933-1940 χαρακτηρίζεται από την εσωστρέφεια της Γερμανικής οικονομίας, την υποχρεωτική αποταμίευση, τη δημιουργία αποθεμάτων, τις αλλεπάλληλες υποτιμήσεις του νομίσματος και την αύξηση των παραγγελιών στις μεταλλουργικές, χημικές και γενικά πολεμικές βιομηχανίες. Η ευφορία έφθασε στο απόγειο της, ώστε ένας περιηγητής, ο οποίος διέσχισε τη χώρα αυτή το 1913 και επανέλαβε το ταξίδι του το 1937, να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι: «Η Γερμανία είναι ευτυχής μόνο όταν περιβάλλεται από ένα πόλεμο».
Οι παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις χτυπούν περισσότερο τις οικονομίες των βιομηχανικά ανεπτυγμένων κρατών και λιγότερο τις άλλες χώρες, όσο κι αν φαίνεται αυτό περίεργο. Είναι κρίσεις αφθονίας αγαθών και αδυναμίας κατανάλωσης τους. Οι ανίσχυρες βέβαια οικονομίες καταρρέουν πρώτες, γιατί χρεοκοπούν κάτω υπό το βάρος των χρεών τους. Όσο όμως μειώνεται η πίττα της αγοράς και εξαντλούνται τα περιθώρια εκπτώσεων εκ των υποτιμήσεων του κυκλοφορούντος χαρτονομίσματος, τότε αρχίζουν οι οικονομικοί αποκλεισμοί και οι απαγορεύσεις, που οδηγούν σε αδιέξοδο και τις πιο ισχυρές οικονομίες. Μοναδική διέξοδος είναι τότε ο θερμός πόλεμος.
Η «πολεμική συγκυρία» χαρακτηρίζεται από την ταχεία κατανάλωση των επισωρευθέντων και πλεοναζόντων αγαθών, αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής και εξάλειψη του εργατικού αποθέματος. Ακόμη και οι ουδέτεροι αυξάνουν την παραγωγή τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, για τον ανεφοδιασμό των εμπολέμων. Οι πόλεμοι επιφέρουν πάντοτε αύξηση της απασχόλησης, περικοπή των αμοιβών, πτώση των τιμών και αύξηση της κατανάλωσης. Γι’ αυτό λειτουργούν αντίστροφα με τις οικονομικές κρίσεις. Απορροφούν τα πλεονάζοντα αποθέματα προϊόντων και ανθρώπων, εξαλείφοντας σε μεγάλο βαθμό την ανεργία.
Στη Γαλλία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου αυξήθηκε ακόμη και ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων από 700.000, που ήταν το 1939 σε 2.000.000 περίπου το 1946, λόγω της πολιτικής κινητοποίησης, που ήταν ανάλογη της στρατιωτικής.
Η «συγκυρία της πολεμικής επανόρθωσης» διακρίνεται από αυξημένη ζήτηση εργατικών χειρών και έχει μια διάρκεια όση και η αποκατάσταση των εκ του πολέμου ζημιών. Όταν όμως αυτή η περίοδος ολοκληρώνεται, αρχίζει πάλι μια συγκυρία επιβαρυμένη με τις απειλές της ανεργίας και την έλλειψη διεξόδου.
Ο Μάρξ έχει επισημάνει το αίτιο των οικονομικών κρίσεων, όπως η κρίση του 1929-30, που οδηγούν στην έξαψη του πολεμικού κλίματος σε χώρες, όπου φωλιάζει η ύφεση και ο έμμονος οικονομικός μαρασμός. Η εξελίξεις που οδήγησαν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επιβεβαιώνουν την άποψη του.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και μέχρι την τελευταία δεκαετία του εικοστού αιώνα, στις οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επικρατούσαν ο διευθυνσισμός (διευθυνόμενη οικονομία), ο τελωνειακός προστατευτισμός, ο Κολμπερτισμός (βιομηχανικός προστατευτισμός) και ο μερκαντιλισμός (Γαλλιστί εμπορική κερδοσκοπία και αποταμίευση χρυσού), ως κατάλοιπα του φόβου εκ του πολέμου και των συχνών υποτιμήσεων των εθνικών νομισμάτων.
Στον Κολμπερτισμό εναντιώθηκαν οι φυσιοκράτες οικολόγοι και στον προστατευτισμό οι οπαδοί του οικονομικού φιλελευθερισμού. Οι τελευταίοι βασίζουν τα επιχειρήματά τους στην ύπαρξη μιας φυσικής αρμονίας στα συμφέροντα, στον αυτοματισμό διατήρησης των οικονομικών ισορροπιών και στα πλεονεκτήματα μιας διεθνούς κατανομής της εργασίας, ως αποτέλεσμα της ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων και αγαθών. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό επιχείρημα των οπαδών του φιλελευθερισμού, οι οποίοι εκτιμούν ακόμη ότι η ελεύθερη ανταλλαγή προϊόντων θα θέσει τέρμα σε όλους τους μεταξύ των εθνών οικονομικούς ανταγωνισμούς.
Σ’ αυτές τις απόψεις προστέθηκε και μια νέα θέση ενός Άγγλου οικονομολόγου, του Jeremie Bentham, ο οποίος πρότεινε την κατάργηση όλων των αποικιών, στις οποίες τα μεγάλα Ευρωπαϊκά κράτη εύρισκαν διέξοδο για τη βιομηχανία και το εμπόριο τους. Η επιχειρηματολογία αυτή στηρίζονταν στο γεγονός της παραίτησης της Αγγλίας από τις εδαφικές της κατακτήσεις επί της Ευρωπαϊκής Ηπείρου από την περίοδο της Αναγέννησης. Παρακάμπτει όμως επιμελώς, ο Άγγλος οικονομολόγος, τ’ αποικιακά πλεονεκτήματα, αντί των εδαφικών προσαρτήσεων, που εξασφάλιζε η χώρα του ως ανταλλάγματα ή την πληρωμή της, όσες φορές συμμετείχε σ’ ένα Ευρωπαϊκό πόλεμο με το μέρος των νικητών. Ακολουθώντας αυτή την πρακτική, διεκδίκησε μετά το τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου το 1878 και έλαβε με μυστική Συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας, ως αντάλλαγμα για την προσφερθείσα προστασία στη χρεωκοπημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Κύπρο, με καταβολή από αυτή επί πλέον 92.800 λιρών και 4.166.200 οκάδες αλάτι το χρόνο.
Η επιδίωξη απόκτησης νέων αποικιών αποτελούσε κύρια αιτία της επιθετικότητας της Βρετανίας και όλων των άλλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η οικονομική κρίση του 1929, που εκδηλώθηκε, όπως και η τελευταία με αιχμή του δόρατος το δολάριο, οδήγησε σ’ ένα καταστροφικό πόλεμο την Ευρώπη και την Άπω Ανατολή, φέρνοντας στο προσκήνιο τις ΗΠΑ, που καραδοκούσαν, ως παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη. Η δύναμη αυτή με τους οργανισμούς που σύστησε στα μέτρα της μετά τον πόλεμο, τον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ και το ΔΝΤ, έθετε φαινομενικά υπό την προστασία και την επιρροή της τη Δυτ. Ευρώπη. Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις ανήμπορες ν’ αντιδράσουν, παρά τα βήματα που έκαναν, δεν κατάφεραν ακόμη ν’ αποκτήσουν ενιαία πολιτική και διακυβέρνηση. Δεμένες αποικιοκρατικά πίσω από το άρμα του δολαρίου, προσπάθησαν με το ενιαίο νόμισμα του Ευρώ, ν’ αυτονομηθούν οικονομικά. Δέχθηκαν όμως, για μια ακόμη φορά τα βέλη του μεταπολεμικού οικονομικού κατεστημένου και των κερδοσκόπων. Η οικονομική κρίση, η οποία εκδηλώθηκε το Μάϊο του 2008, με την κατά 30% περίπου υποτίμηση του Αμερικανικού νομίσματος και την ανατίμηση εξ αυτού του λόγου του μαύρου χρυσού, ο οποίος έφθασε στα 200 δολάρια το βαρέλι, διατάραξε την παγκόσμια οικονομική ισορροπία. Το ντόμινο αυτής της κρίσης πέρασε πάλι τον Ατλαντικό, όπως το 1930 και επηρέασε τις ασθενέστερες ή υπερχρεωμένες χώρες της Ε.Ε, όπως η Ελλάδα. Η απουσία ενός Ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και η προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ, αποκάλυψε αδυναμίες της Ευρωζώνης, που είναι αδύνατο να ξεπεραστούν χωρίς ενιαία οικονομική πολιτική και ενιαίο προϋπολογισμό.
Η Ευρωπαϊκή βέβαια ενοποίηση, που ξεκίνησε λίγα χρόνια μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο είχε τον ίδιο στόχο με το αποκαλούμενο «Δόγμα Μονρό», όπως αυτό εκφράστηκε το 1823 από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Τζαίημς Μονρό και τη μονομερή του δήλωση στο Κογκρέσο. Δεν κατάφερε όμως να επιτευχθεί, διότι προσέκρουσε σε στρατηγικά συμφέροντα της μοναδικής πλέον μετά τον πόλεμο υπερδύναμης στην επιδίωξη επιβολής της ηγεμονίας της στον πλανήτη.
Η κρίση εμπιστοσύνης προς την Ευρωζώνη και το κλίμα της απροθυμίας των ηγετών των ισχυρών οικονομικά κρατών και ιδίως της Γερμανίας να την υπερασπιστούν αποτελεσματικά, υποχρεώνει πάλι τα έθνη και τα κράτη μέλη της Ε.Ε, να κλειστούν στον εαυτό τους ή να στραφούν σε άλλες κατευθύνσεις στην επιδίωξη τους να εξασφαλίσουν την αυτάρκεια τους ή ακόμη και τη φυλετική τους διάκριση. Οι φήμες, που διαρρέονται, για επάνοδο της Γερμανίας στο Μάρκο ή την αποπομπή των αδύναμων οικονομικά κρατών από το ενιαίο Ευρωπαϊκό νόμισμα, το ευρώ, αποτελούν καθημερινή πλέον είδηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Διαβάζοντας όμως κανείς και τον τύπο της δεκαετίας του 1930 έχει την αίσθηση ότι ζει σήμερα την επανάληψη της ιστορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου